ΠΡΟΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ: Ο Πολιτικός Λόγος στην Περίοδο Προσαρμογής, 1981-89. Η Περίπτωση του ΠΑΣΟΚ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΠΜΣ: «Ευρωπαϊκές και Διεθνείς Σπουδές»
ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΚΑΙ ΕΛΛΑΔΑ
ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: Σουζάννα Βέρνυ
ΠΡΟΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ:
Ο Πολιτικός Λόγος στην Περίοδο Προσαρμογής, 1981-89
Η Περίπτωση του ΠΑΣΟΚ
Άννα Καραμάνου
Μάϊος 2005
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
2. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΑΣΟΚ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ
- 1980-81 ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: Από την απόρριψη στην «επαναδιαπραγμάτευση» της ένταξης
- 1981- ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ – ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΜΕ ΤΟΝ ΛΑΟ-«Δημοψήφισμα» και «ειδική συμφωνία» με ΕΟΚ
- Η Πρώτη Διαπραγμάτευση της Εντολής (26.10.1981)-Προτάσεις ΠΑΣΟΚ
- Συμμετοχή Α. Παπανδρέου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Λονδίνο 26-27/11/81-
- 1982 –ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ-Θέσεις της Κυβέρνησης για τις Σχέσεις της Ελλάδας με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες
- 1983 – ΤΑ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ (ΜΟΠ)
- Η Πρώτη Ελληνική Προεδρία – Β’ εξάμηνο 1983
- 1984- ΣΧΕΔΙΟ ΣΠΙΝΕΛΛΙ, για την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση-Αποχή ΠΑΣΟΚ
- ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΑΣΟΚ – Μάϊος 1984. Η Προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης
- 1985 – ΝΕΑ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΝΙΚΗ ΠΑΣΟΚ – Διακυβερνητική Διάσκεψη για Αναθεώρηση της Συνθήκης
- Διεύρυνση Κοινότητας με Ισπανία και Πορτογαλία – Κύρωση Συνθήκης από Ελληνική Βουλή, 4.11.1985.
- 1986-Παρέμβαση (Μνημόνιο), για την ενίσχυση της Οικονομικής και Κοινωνικής Συνοχής
- 1987- Η ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ ΚΑΙ Η ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ – Εσωτερική Αγορά (πακέτο Delors)-Η συζήτηση στην Ελληνική Βουλή
- 1988 – Ισότιμοι πολίτες στην Ευρώπη
- 1989 – Κοινή πλεύση
3. Η ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΕΟΚ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
- Το Πολιτικό Κλίμα της Μεταπολίτευσης-το Αίτημα της Αλλαγής
- Ο Ρόλος του Πολιτικού Ηγέτη Ανδρέα Παπανδρέου
- Από τον Σκληρό Ευρωσκεπτικισμό της 10ετίας του 1970 στην Προεκλογική Περίοδο και την Προοπτική της Νίκης του 1981
- 1981- Ο Τρίτος Δρόμος- Η Ελλάδα στους Έλληνες και ο Λαός στην Εξουσία
- Εθνική Ανεξαρτησία, Εθνική Λαϊκή Ενότητα, και Θεωρία της Εξάρτησης
- Ο Ήπιος Ευρωσκεπτικισμός της Πρώτης Τετραετίας 1981-85 και η Θεωρία της Αντίθεσης Βορρά-Νότου
- Τα Δύο Πρώτα Χρόνια της Αλλαγής-Περήφανη Εξωτερική Πολιτική-Νέα Σχέση με ΕΟΚ, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΤΟΥΡΚΙΑ
- Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, Η ΕΟΚ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑ MORAVCSIK ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
- Η ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ και το Σχέδιο Σπινέλλι
- ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΜΕΝΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ – 1985, Ξεκίνημα Β’ Κυβερνητικής Θητείας
- Η ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ για την Εσωτερική Αγορά (πακέτο Delors) και την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση-από τον Διακυβερνητισμό στον Φεντεραλισμό
4. ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ ΠΑΣΟΚ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΟΚ
5. Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΟΚ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ή ΤΟ ΑΡΜΕΓΜΑ ΤΗΣ ΑΓΕΛΑΔΑΣ
6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
ΠΡΟΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ:
Ο Πολιτικός Λόγος στην Περίοδο Προσαρμογής, 1981-89
Η Περίπτωση του ΠΑΣΟΚ
Άννα Καραμάνου
Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ένταξη στην Κοινότητα υπήρξε ένα από τα κεντρικά θέματα της πολιτικής αντιπαράθεσης στην Ελλάδα αμέσως μετά την πτώση της χούντας και την αποκατάσταση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Ο πολιτικός λόγος του νεοσύστατου ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε με πλήρη απόρριψη της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας και με σκληρή αντιπαράθεση προς το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας που είχε τη πρωτοβουλία σε αυτό το θέμα. Ωστόσο, στη συνέχεια, προς το τέλος της δεκαετίας του 1970, με διαφαινόμενη την προοπτική ανάληψης κυβερνητικών ευθυνών, το ΠΑΣΟΚ οδηγήθηκε σε χαμηλότερους τόνους και σε προτάσεις για επαναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας ένταξης αρχικά και ακολούθως για «ειδική συμφωνία», «δημοψήφισμα» που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, «μνημόνιο», «ειδική σχέση» και τελικά πλήρη «συναίνεση» το 1987 για την Ενιαία Πράξη και το πρόγραμμα ολοκλήρωσης της Εσωτερικής Αγοράς.
Η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα πραγματοποιήθηκε την 1 Ιανουαρίου 1981, σε μια περίοδο οικονομικής ύφεσης για την Κοινότητα και μεγάλων διαρθρωτικών προβλημάτων για την Ελληνική οικονομία. Μέσα σε αυτή την αρνητική συγκυρία η Ελλάδα θα έπρεπε να εκθέσει την εύθραυστη οικονομική της δομή στον διεθνή ανταγωνισμό. Τα αρνητικά αποτελέσματα που προκάλεσαν οι νέες αυτές συνθήκες (έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου κυρίως) επιβεβαίωσαν μερικές τουλάχιστον αρχικές επιφυλάξεις εκείνων που αντιμετώπιζαν αρνητικά τη προοπτική της ένταξης της Ελλάδας στην Κοινότητα. Η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου που προέκυψε από τις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, παρέλαβε μια οικονομία σε κατάσταση στασιμοπληθωρισμού, με αρνητικούς ρυθμούς μεγέθυνσης (-0,4%), πληθωρισμό +24,5% και δημοσιονομικά ελλείμματα στο ύψος του 9,1% του ΑΕΠ. (Καζάκος, 2001). Το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση, αντιμέτωπο με τα προβλήματα, αλλά και με την υποχρέωση συμμετοχής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς πολύ σύντομα εγκατέλειψε την αντιευρωπαϊκή ρητορική και διοχέτευσε το ενδιαφέρον του προς την αξιοποίηση των νέων ευκαιριών που προσέφερε η ένταξη στην ΕΟΚ.
Αντικείμενο της ανάλυσης που ακολουθεί είναι η επιβεβαίωση ή η διάψευση, για την υπό εξέταση περίοδο, της υπόθεσης εργασίας των Taggart & Szczerbiak, σύμφωνα με την οποία ο ευρωσκεπτικισμός είναι χαρακτηριστικό των κομμάτων της αντιπολίτευσης και όχι των κομμάτων εξουσίας.
Στο πρώτο μέρος θα παρουσιάσω κατά χρονολογική σειρά τις διαφορετικές φάσεις που πέρασε η πολιτική ΠΑΣΟΚ απέναντι στην Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπως αναδεικνύεται από τις δηλώσεις και τις ομιλίες του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου και άλλων στελεχών, στο δεύτερο θα επιχειρήσω μια ανατομία του ζητήματος της ΕΟΚ μέσα από τον πολιτικό λόγο και τις αλλαγές της πολιτικής γραμμής του κόμματος και στο τρίτο θα αναλύσω τα επιχειρήματα με βάση τα οποία το ΠΑΣΟΚ στηρίζει την πολιτική του και δικαιολογεί την αλλαγή της στάσης του.
2. ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΑΣΟΚ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ
1980-81 ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ: Από την απόρριψη στην επαναδιαπραγμάτευση της ένταξης
Με ορατή την προοπτική της νίκης στις εκλογές του 1981, το ΠΑΣΟΚ εγκατέλειψε σιγά-σιγά τη σκληρή γραμμή απέναντι στην ΕΟΚ. Στο Διεθνές Επιστημονικό Σεμινάριο με τίτλο «Μετάβαση στο Σοσιαλισμό», που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1980, ουσιαστικά πρότεινε την επαναδιαπραγμάτευση των όρων ένταξης. Ο Γιάννος Παπαντωνίου, με ομιλία του δήλωνε ότι, «η ένταξη στην ΕΟΚ υπήρξε τεράστιο οικονομικό σφάλμα, που μπορεί να στοιχίσει ακριβά στη χώρα. Γι αυτό επείγει να αρχίσουν διαπραγματεύσεις με την Κοινότητα με αντικείμενο την τροποποίηση του καθεστώτος των εμπορικών σχέσεων…», ενώ ο Θ. Πάγκαλος τόνιζε: «Θα μπορούμε ενδεχόμενα να καταργήσουμε τις επαχθέστερες από τις δεσμεύσεις που μας επιβάλλει η εισδοχή μας στην ΕΟΚ ή και να φύγουμε από την ΕΟΚ, αν το αποφασίσει ο ελληνικός λαός».
1981- ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ – ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΜΕ ΤΟΝ ΛΑΟ-Δημοψήφισμα και ειδική συμφωνία με ΕΟΚ
Το θέμα της ΕΟΚ κατείχε κεντρική θέση στο «Συμβόλαιο με τον Λαό», δηλαδή, στο προεκλογικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ. Μεταξύ των άλλων: «Η ένταξη συνεπάγεται μεταφορά εθνικής κυριαρχίας σε ξένα κέντρα, για κρίσιμα θέματα…… και γι’ αυτό το ΠΑΣΟΚ προτείνει δημοψήφισμα και σύναψη ειδικής συμφωνίας». Ωστόσο, «το δημοψήφισμα ανήκει στις προνομίες του Προέδρου της Δημοκρατίας».
Η Πρώτη Διαπραγμάτευση της Εντολής, 26.10.1981 – Προγραμματικές Δηλώσεις ΠΑΣΟΚ
Το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση, αποφάσισε να μην επιδιώξει την αποχώρηση από την ΕΟΚ (το κόστος θα ήταν μεγάλο), αλλά τη βελτίωση των όρων ένταξης της Ελλάδας και την άσκηση επιρροής στη διαμόρφωση της πολιτικής και στη λήψη των αποφάσεων της Κοινότητας. Η πρώτη επίσημη «συνολική τοποθέτηση» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ πάνω στη διαπραγμάτευση της Εντολής (και την Κοινότητα στο σύνολό της) έγινε μια εβδομάδα μετά τις εκλογές, στις 26 Οκτωβρίου 1981, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, από τον τότε Υφυπουργό Εξωτερικών Ασημάκη Φωτήλα. Το κείμενο που κατατέθηκε ήταν πολύ σημαντικό, γιατί έθεσε με σαφήνεια, όχι μόνο τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Ελληνική οικονομία, αλλά προχωρούσε και σε προτάσεις πολιτικής της Κοινότητας, «προκειμένου να γεφυρωθούν οι διαπεριφερειακές ανισότητες και να ενισχυθούν οι χώρες του Νότου της Ευρώπης». (Ιωακειμίδης, 1988).
Οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, στις 22 Νοεμβρίου 19 81, κινήθηκαν στο ίδιο πλαίσιο.
Συμμετοχή Παπανδρέου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Λονδίνο 26.11.1981
Ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου με παρέμβασή του έκανε ολοκληρωμένη τοποθέτηση για την αναδιάρθρωση της Κοινότητας και για τη μελλοντική θέση της Ελλάδας, διευκρινίζοντας ότι, μέχρι να ληφθεί η οριστική απόφαση για το δημοψήφισμα, η Ελλάδα θα εργασθεί μέσα στα όργανα της Κοινότητας για να προβάλει τα αιτήματα και τις θέσεις της.
1982, ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ – Θέσεις για τις Σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα
Τον Μάρτιο του 1982 η Ελληνική Κυβέρνηση υπέβαλε «μνημόνιο» μέσω του οποίου αποσαφηνίζεται η στρατηγική απέναντι στην Κοινότητα. Προβάλλεται, δηλαδή, η «ελληνική ιδιαιτερότητα», επιδιώκεται η βελτίωση της θέσης της χώρας στο ευρωπαϊκό πλαίσιο, αλλά και ο μετασχηματισμός της ίδιας της Κοινότητας. Με το μνημόνιο «η Ελληνική Κυβέρνηση είναι έτοιμη να εξετάσει από κοινού με την Κοινότητα τη δυνατότητα εξεύρεσης ειδικών ρυθμίσεων που να συμβιβάζονται με την αναπτυξιακή πολιτική μας και να την στηρίζουν».
1983 – ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ (ΜΟΠ)
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απάντησε στο ελληνικό μνημόνιο τον Μάρτιο του 1983 επισημαίνοντας ότι «η ιδιαιτερότητα των μεσογειακών προβλημάτων αποτελεί γεγονός που έχει αναγνωρίσει η Κοινότητα». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην απάντησή της συνέδεσε, πράγματι, την ικανοποίηση των αιτημάτων του μνημονίου με την υιοθέτηση των ΜΟΠ. Ειδικότερα η Επιτροπή επεσήμανε ότι «στη περίπτωση της Ελλάδας η κοινοτική δράση επιδιώκεται να είναι πιο εκτεταμένη και πιο εντατική απ’ ότι στις λοιπές μεσογειακές περιοχές της Κοινότητας» (Ιωακειμίδης 1988).
Η Πρώτη Ελληνική Προεδρία – 1983, β΄εξάμηνο
Η διαπραγμάτευση με βάση το μνημόνιο ενσωματώθηκε, κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας, στην ευρύτερη διαδικασία αναδιάρθρωσης της Κοινότητας που είχε ξεκινήσει με τη Δήλωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Στουτγκάρδης (1983).
1984- ΣΧΕΔΙΟ ΣΠΙΝΕΛΛΙ για την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση-Αποχή ΠΑΣΟΚ
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 14 Φεβρουαρίου 1984 υπερψήφισε το «Σχέδιο Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Η πρωτοβουλία για τη σύνταξη του σχεδίου ανήκε στον Altiero Spinelli, Ιταλό ευρωβουλευτή της αριστεράς και υπέρμαχο της ομοσπονδοποίησης της Κοινότητας. Ιστορικά το Σχέδιο αντιπροσωπεύει το πρώτο ολοκληρωμένο κείμενο συνθήκης με ρυθμίσεις που καλύπτουν, τόσο τις οικονομικές όσο και τις πολιτικές πτυχές της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Το σχέδιο υποστηρίχθηκε από βουλευτές από όλες τις πολιτικές ομάδες και έλαβε 237 ψήφους υπέρ, 31 κατά και 43 αποχές. Μεταξύ εκείνων που απείχαν από τη ψηφοφορία ήταν και οι ευρωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ.
ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΑΣΟΚ , Μάϊος 1984 – Η Προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης
Το πρώτο συνέδριο του ΠΑΣΟΚ πραγματοποιήθηκε στις 10 Μαΐου 1984, λίγες μόνο εβδομάδες πριν από τις ευρωεκλογές. Στην ομιλία του ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αναφέρθηκε εκτενώς στην Κοινότητα και με θετικό τρόπο. Από τα πιο εντυπωσιακά σημεία της ομιλίας του είναι η αναφορά του στην προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης και στη κατάργηση της διαίρεσης σε Δυτική και Ανατολική.
1985 – Νέα Εκλογική Νίκη ΠΑΣΟΚ – Διακυβερνητική Διάσκεψη για Αναθεώρηση της Συνθήκης
Το ΠΑΣΟΚ, κέρδισε με άνεση τη δεύτερη τετραετία στις κοινοβουλευτικές εκλογές της 2.6.1985. Λίγες μέρες μετά, στο Μιλάνο, αντιτάχθηκε μαζί με τη Βρετανία και τη Δανία. στη πρόταση σύγκλισης διακυβερνητικής διάσκεψης για την αναθεώρηση της Συνθήκης. Η αντίδραση αφορούσε κυρίως στον περιορισμό της ομοφωνίας στη λήψη αποφάσεων. Ωστόσο, η Ελλάδα και οι άλλες χώρες που διαφώνησαν, συμμετείχαν ενεργά σε όλες τις διαδικασίες αναθεώρησης. Μιλώντας στη Διακυβερνητική Διάσκεψη τον Οκτώβριο του 1985 ο Θ. Πάγκαλος, ως αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών υποστήριξε ότι, «η Ελληνική Κυβέρνηση, παρά τις θεμελιακές επιφυλάξεις της, έρχεται στη διακυβερνητική με τη πολιτική βούληση να τηρήσει εποικοδομητική στάση…»
Διεύρυνση Κοινότητας με Ισπανία και Πορτογαλία – Κύρωση Συνθήκης από Ελληνική Βουλή, 4.11.1985.
Το κλίμα που επικράτησε στη Βουλή κατά τη συζήτηση για την κύρωση της συνθήκης προσχώρησης της Ισπανίας και Πορτογαλίας αποτυπώνεται στη παρέμβαση της Μαρίας Δαμανάκη «… το ΠΑΣΟΚ και η Νέα Δημοκρατία από κοινού χειροκροτούν το σημερινό νομοσχέδιο και μας σαλπίζουν τα χαρμόσυνα μηνύματα της Διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας. Εδώ πρόκειται για μια συμμαχία που φαίνεται ότι δεν είναι καθόλου παρά φύσιν. Φαίνεται τελείως φυσική αυτή η συμμαχία… κι εδώ θέλω από την αρχή να τονίσω ότι η στάση αυτή του ΠΑΣΟΚ έρχεται σε αντίθεση με όσα έχει πει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δικαιολογώντας τη παραμονή της Χώρας στην ΕΟΚ. Ο κ. Πρωθυπουργός αναγνωρίζει ότι υπάρχουν αρνητικές συνέπειες από τη παραμονή της Χώρας στην ΕΟΚ, αναγνωρίζει ότι το συνολικό ισοζύγιο είναι αρνητικό, αλλά λέει ότι το κόστος της αποδέσμευσης είναι πολύ μεγάλο…»
1986- Παρέμβαση για την ενίσχυση της Οικονομικής και Κοινωνικής Συνοχής
Η Ελληνική κυβέρνηση με υπόμνημά της επισημαίνει, ότι οι διαπεριφερειακές ανισότητες δεν μειώθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια και επισημαίνει: «η διεύρυνση της Κοινότητας με την προσχώρηση της Ισπανίας και της Πορτογαλίας διπλασιάζει σχεδόν την έκταση των περιοχών στις οποίες το ΑΕΠ ανά κάτοικο είναι μικρότερο από 60% του μέσου κοινοτικού ΑΕΠ».
1987- Η ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ για Εσωτερική Αγορά (πακέτο Delors)-Η συζήτηση στην Ελληνική Βουλή
Το ΠΑΣΟΚ υποστήριξε πλήρως το πρόγραμμα για την Ενιαία Εσωτερική Αγορά όπως διατυπώθηκε από τον Ζάκ Ντελόρ. Η συζήτηση στην Ελληνική Βουλή (14.1.1987) ήταν από τις πιο ενδιαφέρουσες και πιο εκτεταμένες για ευρωπαϊκά θέματα και τις σχέσεις της χώρας με την ΕΟΚ. Πολύ χαρακτηριστική της αλλαγής πλεύσης του ΠΑΣΟΚ ήταν η παρέμβαση του Θόδωρου Πάγκαλου που ξεκίνησε λέγοντας: «Κύριε πρόεδρε, δεν θέλω να παραστήσω τον Ναστραδίν Χότζα, κυρίως όταν είμαι εδώ για να εισηγηθώ περαιτέρω ενσωμάτωση της Χώρας στην Ευρώπη και την περαιτέρω απομάκρυνσή της από την Ανατολή». Ο ίδιος, μερικούς μήνες μετά, στη συνεδρίαση της Βουλής για την κύρωση των πρωτοκόλλων για τις συμφωνίες της ΕΟΚ με χώρες της Ανατολικής και Νότιας Μεσογείου (11.6.87) τόνιζε: «Εγώ θεωρώ, ότι, όταν η ιστορία θα κρίνει τον κ. Καραμανλή, θα εγκρίνει αναμφισβήτητα τις ιδέες και τις πρωτοβουλίες του για την ευρωπαϊκή ενοποίηση».
1988 – Ισότιμοι πολίτες στην Ευρώπη
Αυτός ήταν ο τίτλος ομιλίας του υφυπουργού Παιδείας Γιώργου Παπανδρέου στη συνάντηση των ευρωσοσιαλιστών στο Παρίσι, τον Φεβρουάριο του 1988, ο οποίος μεταξύ των άλλων είπε:«Ως σοσιαλιστές θέλουμε μια κοινωνία ανθρωποκεντρική. Για το λόγο αυτό χαιρετίζουμε τις αποφάσεις των Βρυξελλών στη τελευταία Σύνοδο Κορυφής, αποφάσεις που παράλληλα με την ενοποίηση της αγοράς προωθούν την κοινωνική αλληλεγγύη, τη σύγκλιση των οικονομιών και τα δικαιώματα των μικρών».
1989 – Κοινή πλεύση ΠΑΣΟΚ με Ευρωπαϊκή Κοινότητα
Η κοινή πλεύση δηλώνεται πλέον ρητά στο «Πρόγραμμα της Τρίτης Τετραετίας», με την παράγραφο: «η πορεία μας επηρεάζεται από την αδήριτη ανάγκη του δημοκρατικού εκσυγχρονισμού και από την κοινή πλεύση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες».
3. Η ΑΝΑΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΕΟΚ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Το Πολιτικό Κλίμα της Μεταπολίτευσης-το Αίτημα της Αλλαγής
Ο πολιτικός λόγος του ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να κριθεί με βάση τις επικρατούσες συνθήκες, το πολιτικό κλίμα και τις προσδοκίες της υπό εξέταση περιόδου, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στον διεθνή χώρο. Ο ευρωπαϊκός πεσσιμισμός κατά τα πρώτα χρόνια της προσαρμογής και η ελληνική πολιτική κουλτούρα, αποτελούν βασικά στοιχεία, τόσο για τη κατανόηση των θέσεων του ΠΑΣΟΚ, όσο και για την πολιτική του επιτυχία. Την περίοδο της μεταπολίτευσης τα αιτήματα συγκεκριμένων ομάδων πολλαπλασιάστηκαν, μαζί με την απαίτηση για δημοκρατία και απεξάρτηση της χώρας από ξένα συμφέροντα. Το ΠΑΣΟΚ προέβαλε ως εγγυητής αυτών των λαϊκών αιτημάτων. Το αίτημα της αλλαγής συνδυάστηκε με την προσδοκία ικανοποίησης κάθε ομάδας και με την τιμωρία όσων παρουσιάστηκαν ως εχθροί του λαού (Λυριντζής, 1990). Όπως υποστηρίζει ο Νίκος Δεμερτζής (1990) η ελληνική πολιτική κουλτούρα του ΄80 χαρακτηρίστηκε από την όσμωση και τη διαμεσολάβηση στοιχείων του απώτατου και απώτερου παρελθόντος με στοιχεία σύγχρονα και νεοτερικά. Η ζωντανή πολιτική κουλτούρα του ΄80 διύλισε σχήματα πολιτικής γνώσης, αντίληψης και δράσης μιας ολόκληρης ιστορικής περιόδου δύο τουλάχιστον αιώνων.
Το ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές, μέσα σε ένα κλίμα πόλωσης με τη «Δεξιά», με ριζοσπαστικό πολιτικό λόγο, ένα πρόγραμμα ριζικής κοινωνικής και οικονομικής μεταρρύθμισης και με την υπόσχεση της κατάκτησης ουσιαστικής εθνικής ανεξαρτησίας. Με βάση τις θεωρίες της εξάρτησης, που ήταν πολύ δημοφιλείς κατά τη δεκαετία του 1970, το ΠΑΣΟΚ στόχευε αφενός στην απεμπλοκή της χώρας από την ξένη εξάρτηση και αφετέρου στην ανακατανομή του πλούτου και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Δύο μήνες μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς έγραφε ότι «τα αποτελέσματα των εκλογών του 1981, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένδειξη για μια σοβαρή μεταβολή της «τοπολογικής» δομής των πολιτικών δυνάμεων της χώρας. Η εξαιρετική ταχύτητα που σημείωσε η άνοδος του ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε μια κρίση αντιπροσωπευτικότητας, κρίση που υπήρχε από το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Για πρώτη φορά στη μεταπολεμική πολιτική ιστορία της χώρας η εξουσία αναλαμβάνεται από μια παράταξη που επαγγέλλεται ριζικές πολιτικές και κοινωνικές τομές και που προοιωνίζει μιάν αποφασιστική ρήξη με το παραδοσιακό σύστημα της κατεστημένης εξουσίας».
Ο Ρόλος του Πολιτικού Ηγέτη Ανδρέα Παπανδρέου
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι αναμφισβήτητα ο τύπος του χαρισματικού πολιτικού ηγέτη με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα αυτής της έννοιας. Δημιουργεί συλλογικό πάθος και είναι παραγωγός ιδεών και πολιτικής. Αυτό που μπορεί και να ήταν το 1974 ο βολονταρισμός ενός φιλόδοξου και δυναμικού ηγέτη, αποδεικνύεται ότι εκφράζει μια βαθύτερη ανάγκη της ελληνικής πραγματικότητας, γι αυτό και σύντομα γίνεται ανερχόμενο πλειοψηφικό ρεύμα και εξουσία. Και μόνο το γεγονός ότι ένα κόμμα σαν το ΠΑΣΟΚ δημοκρατικά και ομαλά αναλαμβάνει την κυβέρνηση, αποτελούσε μια πολιτική τομή, έναν ενταφιασμό των ανωμαλιών του παρελθόντος, μια επικύρωση και μεγέθυνση της δημοκρατικής ανέλιξης του ΄74. Αυτή καθαυτή λοιπόν η άνοδος του ΠΑΣΟΚ έχει θετικά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και δημιουργεί ένα κλίμα ευφορίας και δικαίωσης (Ανδρουλάκης 1992).
Η πολιτική του κόμματος στα μεγάλα θέματα ρυθμιζόταν σχεδόν αποκλειστικά από τον ίδιο τον Ανδρέα Παπανδρέου, συνήθως προσπερνώντας όλα τα κομματικά όργανα και επικοινωνώντας απευθείας με τον λαό και τα ΜΜΕ. Αυτό εξηγεί γιατί πριν και μετά το 1981 οι ομιλίες του Παπανδρέου γίνονταν αντικείμενο πολιτικής ανάλυσης για όσους έψαχναν να βρουν λεπτές διαφορές που θα έδειχναν αλλαγές πολιτικής απέναντι στην ΕΟΚ (Verney 1996).
Λέξεις κλειδιά στον πολιτικό λόγο του ΠΑΣΟΚ: εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, σοσιαλιστικός μετασχηματισμός, ΕΟΚ, ειδική σχέση, ΝΑΤΟ, Διευθυντήριο Βρυξελλών, Δύση, ΗΠΑ, βάσεις, ξένη εξάρτηση, αντίθεση Βορρά-Νότου, καπιταλιστικό σύστημα, περιφέρεια, άνιση ανάπτυξη, μονοπώλια, Δεξιά, ξένο κεφάλαιο, περήφανη εξωτερική πολιτική, εθνική λαϊκή ενότητα, κυρίαρχος λαός, μη προνομιούχοι, κοινωνική απελευθέρωση, αυτοδύναμη ανάπτυξη, η Ελλάδα στους Έλληνες.
Από τον Σκληρό Ευρωσκεπτικισμό της 10ετίας του 1970 στην Προεκλογική Περίοδο και την Προοπτική της Νίκης του 1981
Το ζήτημα της ΕΟΚ στον πολιτικό λόγο του ΠΑΣΟΚ, κατά την περίοδο του σκληρού ευρωσκεπτικισμού (1974-81) παρουσιάζεται κυρίως ως θέμα πολιτικό από το οποίο διακυβεύεται η εθνική ανεξαρτησία. Το ΠΑΣΟΚ διακήρυττε, ότι «η χώρα μας δεν χρειάζεται ολοκληρωτική σύνδεση με το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα, για να ισχύσουν ακόμη πιο αμείλικτοι οι νόμοι του. Το ΠΑΣΟΚ αρνείται την ένταξη, όπως αρνείται και την ένταξη υπό όρους. Δεν υπάρχει δρόμος που να οδηγεί, μέσα από την εξάρτηση, στην αυτονομία» (ανακοίνωση Ε.Γ.-1.3.1976). Η ΕΟΚ, δηλαδή, ταυτίζεται με τα ξένα κέντρα αποφάσεων που επιδιώκουν την υποτέλεια και την ενίσχυση της εξάρτησης της χώρας.
Δυόμισι χρόνια μετά, σε ομιλία του στο Ηράκλειο της Κρήτης (17.10.1979), ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο Ανδρέας Παπανδρέου, συνεχίζει τη ρητορική για τα δεινά που περιμένουν τη χώρα, αν προσδεθεί στο άρμα της Δύσης: «Με την ένταξη της χώρας μας στην ΕΟΚ, με την επιστροφή στο στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, με την υπογραφή της Ελληνοαμερικανικής συμφωνίας για τις βάσεις–αν όλα αυτά πραγματοποιηθούν-ολοκληρώνεται η στρατιωτική, πολιτική και οικονομική εξάρτηση της χώρας μας από την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες. Τότε η Ελλάδα ενσωματώνεται στη Δύση, ως επαρχία της ΕΟΚ και δορυφόρος του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ». Την περίοδο αυτή, παρά την ανάδειξη του ΠΑΣΟΚ σε αξιωματική αντιπολίτευση, ο Παπανδρέου δεν έχει εγκαταλείψει ακόμη τον σκληρό αντιδυτικό εθνικιστικό λόγο. Αυτό θα γίνει κατά την προεκλογική του εκστρατεία, μπροστά στις εκλογές και στις κάλπες του 1981.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου την περίοδο εκείνη είχε διαχωρίσει πλήρως τη θέση του από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και υποστήριζε ότι το ΠΑΣΟΚ είναι κόμμα σοσιαλιστικό και όχι σοσιαλδημοκρατικό «κι αυτό γιατί, στο πλαίσιο της σοσιαλδημοκρατικής σκέψης, οι οριακές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιούνται εκεί που κυβερνούν εργατικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, απλώς αλλάζουν και εκσυγχρονίζουν τη μορφή του καπιταλισμού. Δεν θίγουν όμως ουσιαστικά τη βασική του δομή». Αξίζει να σημειωθεί ότι στο Σεμινάριο, που έγινε ένα χρόνο πριν από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, με θέμα «Μετάβαση στο Σοσιαλισμό», δεν συμμετείχε κανένας εκπρόσωπος ευρωπαϊκού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, ενώ έλαβαν μέρος με εισηγήσεις τους, ο Σαμίρ Αμίν, Διευθυντής Ερευνών για το Μέλλον της Αφρικής (Σενεγάλη), ο Στ. Μπαμπανάσης, Καθηγητής Οικονομικών στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο Βουδαπέστης, ο Μπάλσα Σπάντιγιερ, Καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Βελιγραδίου, ο Μουσάμπ Αλ Ραούϊ του Αραβικού Σοσιαλιστικού Κόμματος Μπάαθ του Ιράκ κλπ. Το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν στην αναζήτηση του «Τρίτου Δρόμου» προς τον Σοσιαλισμό….
1981- Ο «Τρίτος Δρόμος» – Η Ελλάδα στους Έλληνες και ο Λαός στην Εξουσία
Λίγους μήνες μετά την ένταξη της χώρας στην Κοινότητα και σε μικρή απόσταση από την εκλογική αναμέτρηση, σε ομιλία του στην Αλεξανδρούπολη (16.5.1981), ο Ανδρέας Παπανδρέου διακήρυττε: «Και ο παράδεισος της ΕΟΚ; Το όραμα της ΝΔ έγινε ήδη στάχτη στα μάτια του ελληνικού λαού. Έμαθαν οι αγρότες τι σημαίνει ένταξη στην ΕΟΚ. Το γνωρίζουν από τα νεκροταφεία των προϊόντων τους, από τις αυξήσεις των τιμών που μόλις καλύπτουν το 1/3 του πληθωρισμού. Έμαθαν οι εμποροβιοτέχνες τι σημαίνει ένταξη στην ΕΟΚ από την ανελέητη επίθεση των μονοπωλίων και των Σούπερ-Μάρκετς. Το έμαθαν και οι νοικοκυρές από τις αστρονομικές αυξήσεις των τιμών όλων σχεδόν των προϊόντων που αγοράζουν. Και το μαθαίνουν ήδη και οι έλληνες βιομήχανοι, αντιμετωπίζοντας τον άνισο ανταγωνισμό του ξένου κεφαλαίου. Γι αυτό η θέση του ΠΑΣΟΚ παραμένει αταλάντευτη. Αύριο δημοψήφισμα. Σήμερα αγώνες μέσα στα όργανα της ΕΟΚ για να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία της χώρας μας».
Ο Ανδρέας Παπανδρέου έκλεισε την ομιλία του ως εξής: «Με τη συσπείρωση του ελληνικού λαού στη βάση, στο πλαίσιο της ΕΘΝΙΚΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ το ΠΑΣΟΚ θα δώσει τη μάχη για να φύγει επιτέλους η Δεξιά από την εξουσία. Θα δώσει τη μάχη και θα ΝΙΚΗΣΕΙ. Για να είναι ο λαός ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ, για να είναι η πορεία της χώρας μας ΕΘΝΙΚΑ ΠΕΡΗΦΑΝΗ και ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΗ. Για να ανήκει Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ».
Είναι φανερό, ότι σκοπός του Παπανδρέου είναι να συσπειρώσει γύρω από το ΠΑΣΟΚ πλατιά στρώματα του εκλογικού σώματος, όλους τους «μη προνομιούχους». Επιχειρεί να αγκαλιάσει τους αγρότες, που αντιπροσωπεύουν ένα δυναμικό και ταυτόχρονα ιδιαίτερα καταπιεσμένο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, «την πιο αδικημένη τάξη στη χώρα», όπως λέει, τους εμποροβιοτέχνες επίσης σημαντική κατηγορία, τις νοικοκυρές (με ευρεία ερμηνεία το 51% του εκλογικού σώματος), αλλά και τους βιομήχανους! Η ΕΟΚ ενοχοποιείται για όλα τα δεινά της ελληνικής οικονομίας. Χρησιμοποιεί έντονους συμβολισμούς με στόχο να συγκλονίσει το ακροατήριό του και να θέσει διλήμματα. Η ΕΟΚ παρουσιάζεται σαν κόλαση γεμάτη από νεκροταφεία ελληνικών προϊόντων. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες σαν στρατός μονοπωλίων που πολεμάει αμείλικτα τους Έλληνες εμποροβιοτέχνες, οι νοικοκυρές στο έλεος των αστρονομικών αυξήσεων. Λόγος έντονα αντιδεξιός, εσωστρεφής, εθνικιστικός, μεσσιανικός. Λόγος που στοχεύει να ταυτίσει τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές με νίκη του λαού και της Ελλάδας. Λόγος, ωστόσο, που εγκρίνεται και αποθεώνεται από τους ψηφοφόρους.
Το πολυσυλλεκτικό ΠΑΣΟΚ δίνει τη μάχη για να κερδίσει τις καρδιές όλων όσων έχουν λόγους να φοβούνται τον ανταγωνισμό που συνεπάγεται ένας χώρος ελεύθερων συναλλαγών. Ο Παπανδρέου γνωρίζει πολύ καλά τη τέχνη να απαντά πολιτικά στην αγωνία των απλών ανθρώπων μπροστά στην terra incognita της ΕΟΚ αλλά και στην άγνοιά τους για κρίσιμα εσωτερικά πολιτικά ζητήματα. Βεβαίως και ο ίδιος, έχοντας υιοθετήσει πλήρως τις θεωρίες της εξάρτησης και τη λογική του «Τρίτου Δρόμου προς τον Σοσιαλισμό», είναι βαθύτατα πεπεισμένος ότι η Ελλάδα θα πρέπει να χαράξει το δικό της εθνικό δρόμο της «αυτοδύναμης οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης». Ωστόσο, έχει ήδη αποδεχθεί ότι αυτή τη μάχη θα τη δώσει «μέσα στα όργανα της ΕΟΚ». Έχει, δηλαδή, αναγνωρίσει την πραγματικότητα της ένταξης, δεν πηγαίνει στις εκλογές με σύνθημα «έξω από την ΕΟΚ», αλλά προτείνει να αποφασίσει ο λαός μέσα από «δημοψήφισμα». Το ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, μετατρέπεται σε ουδέτερο αποδέκτη της όποιας απόφασης του λαού, αν και εφόσον αποφασιστεί δημοψήφισμα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Εθνική Ανεξαρτησία, Εθνική Λαϊκή Ενότητα και η Θεωρία της Εξάρτησης
Ο πολιτικός λόγος του ΠΑΣΟΚ επικεντρώνεται κυρίως στο θέμα της εθνικής ανεξαρτησίας και της αυτονομίας της χώρας απέναντι σε ξένα κέντρα αποφάσεων. Η δέσμευση του ΠΑΣΟΚ για χάραξη «αυτοδύναμης οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης» και το σύνθημα «Η Ελλάδα στους Έλληνες» έχουν ιδιαίτερη απήχηση στον μέσο Έλληνα ψηφοφόρο, που είχε βιώσει την επταετή εκτροπή από το δημοκρατικό πολίτευμα ως ξένη παρέμβαση, που ανέκοψε την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Ελλάδας. H θεωρία της εξάρτησης αποτέλεσε τον κεντρικό άξονα της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με αυτή η Ελλάδα ως χώρα της περιφέρειας του καπιταλισμού θα έπρεπε να αποτινάξει τον ιμπεριαλιστικό ζυγό και να μη δημιουργήσει σχέσεις με τα μητροπολιτικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης (Verney, 1990)
Στις προεκλογικές ομιλίες του Ανδρέα Παπανδρέου η ΕΟΚ, ΤΟ ΝΑΤΟ, η Ουάσινγκτον, οι Βρυξέλλες, η Δύση αποτελούν τις εχθρικές δυνάμεις που έχουν ως στόχο τη στρατιωτική, πολιτική και οικονομική εξάρτηση της Ελλάδας και την ενσωμάτωσή της στη Δύση, είτε σε ρόλο υποτελή προς την ΕΟΚ, είτε ως δορυφόρο του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ. Άρα, αν θέλει η Ελλάδα να αναπτυχθεί και να καταστεί χώρα με αξιοπρέπεια και εθνική ανεξαρτησία πρέπει να μείνει εκτός ΕΟΚ. Σύμφωνα με τη θεωρία, η επίκληση υπαρκτών ή και ανύπαρκτων εθνικών κινδύνων οδηγεί σε συσπείρωση και ενότητα. Τη θεωρία αυτή, εμπλουτισμένη με πολλά στοιχεία «πατριωτισμού», αξιοποίησε πλήρως το ΠΑΣΟΚ, με την υιοθέτηση της «Εθνικής Λαϊκής Ενότητας», που αποτέλεσε τη βάση της στρατηγικής του για την άνοδό του στην εξουσία.
Η ΕΟΚ λοιπόν στον πολιτικό λόγο του ΠΑΣΟΚ παρουσιάζεται ως ένα μπλοκ δυνάμεων υπονομευτικών και εχθρικών προς την Ελληνική ταυτότητα και αυτοδιάθεση. Για το ΠΑΣΟΚ η ΕΟΚ ταυτίζεται με την καπιταλιστική μητρόπολη, με τον μικρό εταίρο των ΗΠΑ. Συνεπώς, υποστήριζε, η ένταξη θα έδενε τη χώρα ακόμη πιο πολύ στο άρμα των ΗΠΑ, ώστε να υπηρετεί καλύτερα τις ιμπεριαλιστικές μηχανορραφίες κατά της Κύπρου και των ελληνικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο (Verney, 1989).
Εδώ εμπλέκεται επίσης και η δημοφιλής «θεωρία της διεθνούς συνομωσίας», εναντίον της Ελλάδας ή ο γνωστός λαϊκός μύθος: Η μικρή Ελλάδα (η κοκκινοσκουφίτσα) που κινδυνεύει να κατασπαραχθεί από την ΕΟΚ (ο κακός λύκος). Η θεωρία αυτή υπήρξε ιδιαίτερα προσφιλής στην Εκκλησία της Ελλάδος η οποία έβλεπε πάντα την ένταξη στην ΕΟΚ και την ελεύθερη αγορά ως απειλή για την εθνική ταυτότητα και φυσικά για το δικό της μονοπωλιακό καθεστώς, αφού, όπως υποστηρίζει ο Μαξ Βέμπερ, η Εκκλησία είναι ένας οργανισμός που διεκδικεί το μονοπώλιο των αγαθών της σωτηρίας.
Ο Ήπιος Ευρωσκεπτικισμός της Πρώτης Τετραετίας 1981-85 και η Θεωρία της Αντίθεσης Βορρά-Νότου
Την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία ακολουθεί η περίοδος του ήπιου ευρωσκεπτικισμού της πρώτης τετραετίας. Στον πολιτικό του λόγο επιβιώνουν πολλές από τις λέξεις κλειδιά της προεκλογικής περιόδου, ωστόσο, μόλις μετά ένα μήνα εξουσίας και συμμετοχής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, το ΠΑΣΟΚ ανακαλύπτει: α/ την οικονομική διάσταση της Κοινότητας, δηλαδή, τη δυνατότητα απορρόφησης πόρων και ενίσχυσης της ελληνικής οικονομίας από τον Κοινοτικό προϋπολογισμό, β/ ότι η Ελλάδα «η μικρή χώρα της περιφέρειας», μπορεί να επηρεάζει τη διαμόρφωση και τη λήψη αποφάσεων, γ/ ότι υπάρχουν πολιτισμικοί δεσμοί που ενώνουν τις ευρωπαϊκές χώρες, δ/ ότι ενισχύεται η διεθνής θέση της Ελλάδας και η εξωτερική της πολιτική και ε/ ότι το όραμα της ενωμένης Ευρώπης είναι εφικτό. Όμως την πολιτική διάσταση της Κοινότητας (αποδαιμονοποιημένη) θα την αναγνωρίσει και θα την υιοθετήσει πλήρως αργότερα, προς το τέλος της δεύτερης τετραετίας με την Ενιαία Πράξη και το πρόγραμμα ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς.
Κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης, στις 22 Νοεμβρίου 1981, ο Πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, μιλώντας για τις διεθνείς σχέσεις της Ελλάδας, τονίζει: «Στον Ευρωπαϊκό χώρο προσανατολίζουμε την εξωτερική μας πολιτική με βάση την αρχή ότι η Ευρώπη είναι ενιαία, ότι η στενή συνεργασία μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών επιβάλλεται από το κοινό πολιτιστικό παρελθόν και από κοινά οικονομικά και κοινωνικά συμφέροντα και ότι το όραμα δεν πρέπει να είναι η δημιουργία μιας νέας υπερδύναμης, αλλά μιας Ευρώπης των εργαζομένων». Ας σημειωθεί, ότι για τις ίδιες θέσεις δύο χρόνια νωρίτερα είχε εκδιωχθεί από το Εκτελεστικό Γραφείο ο Κώστας Σημίτης. Οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης επέμεναν στη διεξαγωγή δημοψηφίσματος «για να αποφανθεί ο λαός πάνω στο σοβαρό αυτό θέμα», όμως ταυτόχρονα παρέπεμπε την απόφαση για την διεξαγωγή του στις «προνομίες του Προέδρου της Δημοκρατίας», δηλαδή στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον πρωθυπουργό της σύνδεσης με την ΕΟΚ (1962) και της ένταξης (1981). Είναι φανερό, ότι ο Παπανδρέου δεν επιθυμεί την αποχώρηση από την Κοινότητα.
Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Λονδίνο, ένα μήνα μετά την εκλογική νίκη του 1981 ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου μίλησε για την αναδιάρθρωση της Κοινότητας και για τη μελλοντική θέση της Ελλάδας. Στο Συμβούλιο αυτό, εν ολίγοις, οριοθετείται σε πρώτη φάση η θέση της Ελλάδας στην Κοινότητα: επιδίωξη ειδικού καθεστώτος, μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της ριζικότερης αναδιάρθρωσης των σχέσεων του Ευρωπαϊκού Βορρά και Νότου (Ιωακειμίδης, 1988).
Η θεωρητική ανάλυση Βορρά –Νότου και οι περιφερειακές ανισότητες ήταν έντονα παρούσες στην ομιλία του Πρωθυπουργού: «…Το κόμμα μας και τώρα κυβέρνησή μας πάντα ήταν πεπεισμένα ότι οι κανόνες που θεσπίστηκαν για τους εννέα ίσως μπορούσαν να λειτουργήσουν σωστά για τις βιομηχανικά αναπτυγμένες οικονομίες της Βόρειας Ευρώπης. Αλλά πάντως δεν ταίριαζαν στις περιφερειακές χώρες της Νότιας Ευρώπης, που δεν έχουν ακόμη φτάσει στο στάδιο της καπιταλιστικής ωριμότητας. Για τις χώρες αυτές, που ανάμεσά τους συγκαταλέγεται η Ελλάδα και αύριο η Ισπανία και η Πορτογαλία, οι κανόνες αυτοί ήταν επαχθείς και μπορούσαν εύκολα να καταπνίξουν έναν αυτοδύναμο τύπο οικονομικής ανάπτυξης». Η αντίθεση Βορρά-Νότου παραμένει διάχυτη σε όλες τις ομιλίες και αναλύσεις. Όπως υποστηρίζει ο Ανδρέας Παπανδρέου, «η αντίθεση Βορρά –Νότου είναι βασική και πανταχού παρούσα μιας και εξωτερικεύεται σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς».
Οι πρώτες μέρες της νέας κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίζονται και από μια σαφή τάση επαναπροσδιορισμού της θέσης της Ελλάδας μέσα στο διεθνές σύστημα. και από τη φιλοδοξία ανάληψης ηγετικού ρόλου στις διεθνείς εξελίξεις. Αυτή η τάση θα επιβεβαιωθεί έπειτα από τρία χρόνια και με τη συμμετοχή του Ανδρέα Παπανδρέου στην «Ομάδα των 6» για τη διεθνή ύφεση και ειρήνη.
Τα Δύο Πρώτα Χρόνια της Αλλαγής-Περήφανη Εξωτερική Πολιτική-Νέα Σχέση με ΕΟΚ, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΤΟΥΡΚΙΑ
Δύο χρόνια μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, σε κομματικό φυλλάδιο, για «Τα 2 πρώτα Χρόνια της Αλλαγής» τονίζεται: «τα θέματα που αφορούν την εθνική ανεξαρτησία δεν αποτελούν πλέον θέμα διαπραγμάτευσης με τρίτες χώρες, όποιες και αν είναι αυτές. Η σοσιαλιστική κυβέρνηση της Ελλάδας αποφασίζει για τις σχέσεις της με τις άλλες χώρες έχοντας σαν κύριο μέλημά της την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του λαού, δηλαδή, των πραγματικών εθνικών συμφερόντων. Αυτή η αρχή διέπει τις σχέσεις της χώρας με τις ΗΠΑ, με την ΕΟΚ, το ΝΑΤΟ, την Τουρκία , τις σοσιαλιστικές χώρες.». Όσον αφορά την άμυνα κι εκεί η έμφαση του ΠΑΣΟΚ είναι στην «ανεξάρτητη» και στην «εθνική». Όπως λέει το ίδιο φυλλάδιο «με στήριγμα την ομοψυχία λαού και στρατού, η κυβέρνηση μέσα στη διετία έθεσε τα θεμέλια μιάς Εθνικής Αμυντικής Πολιτικής, που θωρακίζει αποτελεσματικά την πατρίδα μας ενάντια σε οποιαδήποτε ξένη επιβουλή και κατοχυρώνει την ειρήνη».
Το καλοκαίρι του 1983 σημαδεύτηκε από την υπογραφή της συμφωνίας απομάκρυνσης των αμερικανικών βάσεων από την Ελλάδα. Όπως τόνισε ο Ανδρέας Παπανδρέου στην 10η Σύνοδο της Κεντρικής Επιτροπής (Σεπτέμβριος 1983) «αυτή η κυβερνητική πράξη ορόσημο σφράγισε το τέλος μιας εποχής εξάρτησης» και σε άλλο σημείο της ομιλίας του «Οι βασικοί άξονες της προσπάθειάς μας στην πρώτη φάση ήταν η περήφανη, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και η αμυντική θωράκιση της χώρας».
Η ρητορική του ΠΑΣΟΚ σαφώς επιχειρεί να δικαιώσει την πολιτική προτεραιότητα που είχε δώσει στην «ανεξαρτησία» και την «περήφανη εξωτερική πολιτική». Δύο χρόνια μετά διατείνεται ότι έθεσε τα θεμέλια αυτής της πολιτικής και θωράκισε την Ελλάδα απέναντι σε οποιαδήποτε ξένη επιβουλή. Άρα η κυβέρνηση της Ελλάδας έχει πλέον τον έλεγχο των σχέσεων με τρίτες χώρες και φυσικά και με την ΕΟΚ, άρα η ΕΟΚ παύει να είναι ο επικίνδυνος αντίπαλος που επιδιώκει την υποδούλωση της χώρας, άρα δεν διακυβεύεται η εθνική ανεξαρτησία και η κυριαρχία.
Η κοινή γνώμη παρέμεινε πολύ επιφυλακτική μέχρι περίπου τα μέσα της δεκαετίας του 1980. Σύμφωνα με το ευρωβαρόμετρο, το φθινόπωρο του 1981 μόνο το 38% των Ελλήνων πίστευε ότι η ΕΟΚ ήταν κάτι «καλό». Το ίδιο ποσοστό υποστήριξης καταγράφηκε και την άνοιξη του 1984. Ωστόσο, το φθινόπωρο του 1987 το ποσοστό ανέβηκε στο 58% με τάση μεγαλύτερης ανόδου (Featherstone 1994). Η μετατόπιση αυτή της κοινής γνώμης συνέπεσε με τη συμφωνία για τα ΜΟΠ και την περιφερειακή πολιτική της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, που ωφέλησαν την Ελλάδα τα μέγιστα. Η σύμπτωση αυτή οδήγησε πολλούς στο να ισχυρισθούν ότι τα ταμεία ήταν ο λόγος της μεταστροφής του ΠΑΣΟΚ, αλλά και της κοινής γνώμης.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, Η ΠΡΟΕΔΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΚΑΤΑ MORAVCSIK ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ
Το ΠΑΣΟΚ μετά την ανάληψη της εξουσίας και έχοντας διαπιστώσει από τη συμμετοχή του στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, ότι υπήρχαν πολλά περιθώρια διεκδίκησης και διαπραγμάτευσης, έπαψε να αντιμετωπίζει την ΕΟΚ ως εξωτερική απειλή και άρχισε να τη βλέπει κυρίως ως κοινότητα οικονομικών συμφερόντων από την οποία μπορούσε να αντλεί κονδύλια για την ανάπτυξη. Την αντίθεσή του επικέντρωσε στην Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία, την οποία θεωρούσε μηχανισμό επιβολής των θέσεων των Μεγάλων πάνω στους Μικρούς και ως πλαίσιο που περιόριζε τις δυνατότητες των κρατών-μελών για αυτόνομους διεθνείς ρόλους. Σύμφωνα με μια χαρακτηριστική διατύπωση του Ανδρέα Παπανδρέου σε ομιλία του προς τα μέλη του Προεδρείου της Σοσιαλιστικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «η ενωμένη Δυτική Ευρώπη δεν μπορεί να αρχίζει από την συμφωνία στην Πολιτική Συνεργασία, αλλά από την ανάπτυξη μιας πραγματικής κοινής οικονομικής βάσης» (Βαληνάκης, 1989).
Στη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας (β εξάμηνο 1983), στη 10η Σύνοδο της Κ.Ε, (Σεπτέμβριος 1983), ο Ανδρέας Παπανδρέου τόνισε: «Η μετάβαση στο σοσιαλισμό υλοποιείται από μια σειρά διαρθρωτικών και θεσμικών αλλαγών που αλλάζουν ριζικά τις υπάρχουσες διαδικασίες παραγωγής και διανομής του εθνικού μας εισοδήματος.. Αυτό που βρίσκουμε θετικό στη Προεδρία είναι ότι μας δίνεται η ευκαιρία να προωθήσουμε πολιτικές που μπορεί να αλλάξουν τον χαρακτήρα, σε κάποιο μέτρο της Κοινότητας. Αναμφισβήτητα σήμερα η Κοινότητα είναι μια τελωνειακή ένωση, σύν μια κοινή αγροτική πολιτική. Η μόνη πολιτική που είναι κοινή είναι η αγροτική. Τα χαρακτηριστικά εκείνα που της προσδίδουν ένα κάποιο χαρακτήρα που ενδιαφέρει κατ’αρχήν χώρες-όχι αναπτυγμένες στο μέτρο που είναι οι μεγάλες χώρες της Δύσης-όπως είναι η Ελλάδα, είναι τα διάφορα ταμεία, κοινωνικό, περιφερειακό, κλπ τα οποία, αν πράγματι είχαν πόρους σημαντικούς, θα ήταν δυνατόν να υπάρξει μια ανακατανομή, ουσιαστικά του εισοδήματος, η οποία θα επέτρεπε στις χώρες με βραδύτερο ρυθμό εξέλιξης-τη δεύτερη ταχύτητα με κατώτερο βιοτικό επίπεδο-να γεφυρώσουν την απόσταση». Είναι εμφανές ότι το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα ταμεία, στα αντισταθμιστικά οφέλη, στην ανακατανομή των πόρων και στη μείωση των ανισοτήτων.
Στην παρουσίαση του προγράμματος της Προεδρίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (5 Ιουλίου 1983), ο Υπουργός Εξωτερικών Γιάννης Χαραλαμπόπουλος έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στη «νέα ώθηση» της Κοινότητας, η οποία συνεπάγεται κυρίως τη σημαντική αύξηση των κοινοτικών πόρων για τη χρηματοδότηση νέων πολιτικών στους τομείς έρευνας, τεχνολογίας και βιομηχανίας, καθώς και συνεκτικών διαρθρωτικών πολιτικών. Η «νέα ώθηση» σήμαινε συνεπώς για την Ελληνική Προεδρία την ανάπτυξη της Κοινότητας σε ένα νέο πρότυπο που θα ενσωμάτωνε πολιτικές για την ανάκαμψη της κοινοτικής οικονομίας, την αντιμετώπιση της ανταγωνιστικής πρόκλησης των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας, αλλά και διαρθρωτικές πολιτικές για τη μείωση των διαπεριφερειακών ανισοτήτων.
Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Φονταινεμπλώ (Ιούνιος 1984) αφορούσαν δέσμευση για την εφαρμογή των ΜΟΠ από το 1985. Στην ομιλία του ο Ανδρέας Παπανδρέου υπενθύμισε και πάλι στους εταίρους την ιδιαιτερότητα της Ελλάδας και τα προβλήματα της Ελληνικής Οικονομίας: «γνωρίζετε, ίσως, ότι οι επιπτώσεις από την ένταξη της χώρας μου στην Κοινότητα υπήρξαν δυσμενείς για το σύνολο σχεδόν των τομέων της οικονομίας. Η Ελλάδα, μια μικρή περιφερειακή χώρα, με ιδιαίτερα αναπτυξιακά προβλήματα, «εκλήθη» να συμμετάσχει στη διαδικασία ενοποίησης κυρίως πλουσίων χωρών με όρους ένταξης που κατά τη δική μας άποψη ανταποκρίνονται στις συνθήκες και επιταγές μιας δυναμικής αναπτυξιακής πολιτικής. Επικρίναμε τους όρους ένταξης και ζητήσαμε να μεταβάλουμε την κατάσταση με την υποβολή του Μνημονίου –χωρίς να προχωρήσουμε σε αίτημα για αναθεώρηση των όρων της Πράξης Προσχώρησης, όπως έκαναν στο παρελθόν άλλες χώρες». Ο Ανδρέας Παπανδρέου δημόσια αναγνωρίζει την αλλαγή της πολιτικής του απέναντι στην ΕΟΚ, παρόλο που οι όροι ένταξης της Ελλάδας ήταν ασύμφοροι. Ωστόσο, δεν ζητάει αναθεώρηση των όρων προσχώρησης, αλλά αλλαγές και βελτιώσεις. Αντί της αναθεώρησης προωθούνται θέματα εθνικού οικονομικού ενδιαφέροντος, που θα ωφελήσουν τη «μικρή περιφερειακή χώρα με τα ιδιαίτερα αναπτυξιακά προβλήματα».
Η πολιτική αυτή του ΠΑΣΟΚ επαληθεύει την θεωρία των διεθνών σχέσεων του Moravcsik με βάση την οποία τα κράτη στον διεθνή χώρο δρουν ορθολογικά καθοδηγούμενα από τα εθνικά συμφέροντα. Αυτό το μοντέλο ορθολογικής κρατικής συμπεριφοράς με βάση τα διαμορφούμενα στο εσωτερικό συμφέροντα, προϋποθέτει ότι η διεθνής σύγκρουση και η συνεργασία μπορούν να απεικονισθούν ως μια διαδικασία που εξελίσσεται σε δύο διαδοχικά στάδια: οι κυβερνήσεις πρώτα προσδιορίζουν τα συμφέροντά τους και στη συνέχεια διαπραγματεύονται για την εκπλήρωσή τους. Μεταφορικά αυτά τα δύο στάδια καθορίζουν την ζήτηση και τη προσφορά στις διεθνείς σχέσεις. Εν προκειμένω, η εσωτερική πολιτική του ΠΑΣΟΚ προσδιόρισε τα εθνικά συμφέροντα και τα οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τη συμμετοχή στην ΕΟΚ (ζήτηση), ενώ μια σειρά από διακρατικούς χειρισμούς και διαπραγματεύσεις θα καθορίζουν τις πολιτικές απαντήσεις του συστήματος ΕΟΚ απέναντι στις πιέσεις (προσφορά).
Η Διακυβερνητική Θεωρία και το Σχέδιο Σπινέλλι
Η διακυβερνητική θεωρία, σύμφωνα με τον Moravcsic, επιχειρεί να ερμηνεύσει την Κοινότητα, ως το αποτέλεσμα στρατηγικών που υιοθετούνται από ορθολογικές κυβερνήσεις, οι οποίες ενεργούν με βάση τις δικές τους προτεραιότητες και την ισχύ που διαθέτουν. Οι μεγάλες ιστορικές αποφάσεις που καθόρισαν την ατζέντα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και διαμόρφωσαν τις κοινές πολιτικές ήταν αποτέλεσμα διακυβερνητικών διαπραγματεύσεων και όπως πολλές διεθνείς διαπραγματεύσεις, οι αποφάσεις της Κοινότητας μπορούν να εκληφθούν σαν ένα παιγνίδι συντονισμού με αναδιανεμητικές συνέπειες (Sebenious, 1991, Krasner, 1991, Garrett, 1992, in “Preferences and Power in the European Community: A Liberal Intergovernmentalist Approach”, Moravcsik, 1993).
Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αντιλήφθηκε εγκαίρως ότι, σύμφωνα με την θεωρία, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ισχυροποιούν τις κυβερνήσεις, ακόμη και των μικρών κρατών, κατά δύο τρόπους. Πρώτον, αυξάνουν την αποτελεσματικότητα της διακρατικής διαβούλευσης, στο πλαίσιο ενός κοινού διαπραγματευτικού φόρουμ, κοινών διαδικασιών λήψης αποφάσεων και ελέγχου εφαρμογής που μειώνουν το κόστος και διευκολύνουν τις συμφωνίες συνεργασίας. Δεύτερον, οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί ενισχύουν την αυτονομία των εθνικών πολιτικών ηγεσιών απέναντι σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες στο εσωτερικό των κρατών με την επίκληση των κοινών πολιτικών. Οι εθνικές κυβερνήσεις επιστρατεύουν τους ευρωπαϊκούς θεσμούς σε μια στρατηγική «δύο επιπέδων», με σκοπό να αντιμετωπίσουν επιτυχώς τις πιέσεις στο εσωτερικό των χωρών τους (Putnam, 1998). Η ανάλυση του παιγνιδιού των δύο επιπέδων εξηγεί εν πολλοίς και την επιλογή του ΠΑΣΟΚ, αφενός να υιοθετήσει μια επιθετική διαπραγματευτική τακτική σε επίπεδο ΕΟΚ, με βάση τις εθνικές προτιμήσεις και τους κοινούς κανόνες και αφετέρου να διατηρήσει στο εσωτερικό της χώρας την ρητορική του περί εθνικής ανεξαρτησίας, αυτοδύναμης ανάπτυξης και τρίτου δρόμου προς τον σοσιαλισμό.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής το ΠΑΣΟΚ επέμενε στη διατήρηση της ομοφωνίας και της αποφυγής της δημιουργίας της Ευρώπης των δύο ταχυτήτων. Στη συζήτηση για το Σχέδιο Σπινέλλι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πολύ χαρακτηριστική των θέσεών του ήταν η ομιλία του ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ Σπύρου Πλασκοβίτη, ο οποίος, συμπυκνώνοντας τις διαφωνίες και τους φόβους του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, τόνιζε: «στο άρθρο 82 η Ευρώπη των δύο ταχυτήτων κάνει την επίσημη εμφάνισή της, ενώ και η κυριαρχία των μεγάλων και βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών της Κοινότητας πάνω στην περιφέρεια παγιώνεται, μέσα από τις πολύπλοκες διαδικασίες λήψης αποφάσεων, όπου η αρχή της ομοφωνίας εγκαταλείπεται ακόμη και όταν πρόκειται για ζωτικά εθνικά συμφέροντα» και έκλεισε την ομιλία του τονίζοντας: «Εμείς οι σοσιαλιστές του ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσουμε να απέχουμε από άγονες και επικίνδυνες ψηφοφορίες, όπως αυτή, που θα μπορούσε να εμπλέξει τη χώρα μας σε νέες υποχρεώσεις και να μας επιβάλει να εγκαταλείψουμε στοιχεία του δημοκρατικού συντάγματός μας και την ανεξαρτησία της εξωτερικής πολιτικής της σοσιαλιστικής μας κυβέρνησης» (πρακτικά του Ε.Κ., 14.2.’84).
Οι θέσεις αυτές εγκαταλείφθηκαν, όταν ξεκίνησαν οι συζητήσεις για την Ενιαία Πράξη και την περιφερειακή πολιτική της Κοινότητας.
ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΜΕΝΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ – Β’ Κυβερνητική Θητεία
Σύμφωνα με την θεωρία του A. Downs οι κυβερνήσεις τείνουν να χειραγωγούν τις εθνικές οικονομίες με τρόπο που να αυξάνει τις ελπίδες επανεκλογής τους. Στην επιδίωξη αυτή οι κυβερνήσεις ξεπερνούν ουσιαστικά τα όρια της οικονομικής λογικής και των οικονομικών δεδομένων. Με μια χρονική υστέρηση, αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε επιταχυνόμενο πληθωρισμό, ο οποίος αντιμετωπίζεται (μετά τις εκλογές) με οδυνηρά μέτρα περιοριστικής πολιτικής. Αυτό λοιπόν το προβλέψιμο «πρότυπο πολιτικής» (W.Nordhaus) κατά τη διάρκεια μιας περιόδου διακυβέρνησης αρχίζει με λιτότητα στα πρώτα χρόνια και τελειώνει με μια τεχνητή και συνεπώς εύθραυστη οικονομική ευεξία. Οι κυβερνήσεις, επίσης, ακριβώς επειδή επιδιώκουν τον έλεγχο του οικονομικού κύκλου, χειροτερεύουν τα μακροχρόνια προβλήματα της ανεργίας και του πληθωρισμού. (Καζάκος, 1990).
Κατά τη πρώτη τετραετία το θεσμικό πλαίσιο για τον «σοσιαλιστικό μετασχηματισμό» προσδιορίστηκε από τρία βασικά νομοθετήματα: κοινωνικοποιήσεις, εποπτικά συμβούλια και νόμος για την οικονομική ανασυγκρότηση επιχειρήσεων. Στην ίδια περίοδο ικανοποιήθηκαν ανάγκες για περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη και για βελτίωση των χαμηλών εισοδημάτων. Κατά την ανάγνωση των προγραμματικών δηλώσεων της νέας κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, που αναδείχθηκε από τις εκλογές της 2 Ιουνίου 1985, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέφερε τα εξής: «Η διασφάλιση της αυτοδύναμης πορείας και η προώθηση της σύγκλισης αποτελούν τα καθοριστικά κριτήρια των σχέσεών μας με την ΕΟΚ. Με αυτό το πνεύμα διαπραγματευτήκαμε με επιτυχία την αναγνώριση της ιδιαιτερότητας της Χώρας μας με το Ελληνικό Μνημόνιο, καθώς και τη σύνδεση της υλοποίησης των ΜΟΠ με τη διεύρυνση της Κοινότητας». Το αξιοσημείωτο εν προκειμένω είναι ότι η ικανοποίηση των ελληνικών αιτημάτων και η έγκριση των ΜΟΠ συνδέθηκαν με την απειλή «βέτο» της Ελλάδας κατά της διεύρυνσης της Κοινότητας με την Ισπανία και τη Πορτογαλία.
Τον Οκτώβριο του 1985 η κυβέρνηση προχώρησε σε μέτρα οικονομικής πολιτικής και σταθεροποιητικό πρόγραμμα. Σε ομιλία του ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας Κώστας Σημίτης (12.10.1985) επισήμανε: «Η ανάπτυξη και η οικονομική πρόοδος απαιτούν ένα σταθερό οικονομικό βάθρο, απαιτούν μηχανισμούς που εξασφαλίζουν τη συνεχή βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Η ανάπτυξη προϋποθέτει να δημιουργούμε και να επενδύουμε το πλεόνασμα της δουλειάς μας. Προϋποθέτει να παράγουμε περισσότερο απ΄ότι καταναλώνουμε. Αυτό όμως δεν συμβαίνει».
Ο Κώστας Σημίτης, ενώ ως Υπουργός Γεωργίας κατά την πρώτη τετραετία ΠΑΣΟΚ ακολούθησε μια κορπορατίστικη πολιτική-σίγουρα όχι εκσυγχρονιστική- από το 1985, όταν η λαϊκίστικη οικονομική πολιτική του ΠΑΣΟΚ εξαντλήθηκε, ο Σημίτης εξελίχθηκε σε έναν ευρύτατα αναγνωρισμένο αυθεντικό υποστηριχτή του εκσυγχρονισμού (Caramanis, 1999). Είναι φανερό, ότι η κυβέρνηση εγκαταλείπει την άκριτη υιοθέτηση συντεχνιακών αιτημάτων, χάριν της «ανάπτυξης», της «σταθερότητας», της «παραγωγικότητας» και της «ανταγωνιστικότητας» – λέξεις κλειδιά στο λεξιλόγιο της Κοινότητας και του Κώστα Σημίτη, ενόψει και της απελευθέρωσης της αγοράς με την Ενιαία Πράξη. Ωστόσο, δύο χρόνια μετά, οι ανάγκες της προεκλογικής περιόδου οδήγησαν στην εγκατάλειψη της πολιτικής της σταθεροποίησης και στην υιοθέτηση της πολιτικής γραμμής του «Τσοβόλα δώστα όλα», επαληθεύοντας τη θεωρία του πολιτικά προσδιοριζόμενου οικονομικού κύκλου.
Είναι γεγονός, ότι η αναδιανεμητική οικονομική πολιτική του ΠΑΣΟΚ συνέβαλε στην κοινωνική ένταξη και την πολιτική χειραφέτηση περιθωριοποιημένων ομάδων. Η ετήσια δαπάνη για την κοινωνική πολιτική αυξήθηκε από το 14% επί Νέας Δημοκρατίας (1975-81), στο 20% επί ΠΑΣΟΚ -1982-89, (Καζάκος 1988). Ωστόσο, αυτή η πολιτική (με εξαίρεση την διετία 1985-87) είχε μεγάλο κόστος για την εθνική οικονομία και έφερε μεγάλες δυσκολίες στη προσπάθεια της Ελλάδας να συγκλίνει οικονομικά με τις άλλες χώρες της Κοινότητας στη δεκαετία του 1990 (Nikos Mouzelis & George Pagoulatos, 2002).
Από τον Διακυβερνητισμό στον Φεντεραλισμό – Η Συναίνεση για την Εσωτερική Αγορά (πακέτο Delors) και την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση
Το πρόγραμμα για την ενιαία εσωτερική αγορά, όπως διατυπώθηκε το 1985, ήταν σε μεγάλο βαθμό απόρροια του αυξανόμενου βάρους που δινόταν στη μακροοικονομική σταθεροποίηση και τη δημοσιονομική σταθερότητα, μετά από αρκετά χρόνια μεγάλων ελλειμμάτων. Η Επιτροπή, με επικεφαλής τον Ζακ Ντελόρ επέμεινε στη σύνδεση μεταξύ ενιαίας εσωτερικής αγοράς και αναδιανομής. Η σύνδεση αυτή πέτυχε, χάρη στην προσθήκη του κεφαλαίου περί οικονομικής και κοινωνικής συνοχής στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη και ακόμη περισσότερο χάρη στο ρόλο των Διαρθρωτικών Ταμείων (Τσούκαλης, 2004).
Η συζήτηση στην Ελληνική Βουλή (14.1.1987) ήταν από τις πιο ενδιαφέρουσες και πιο εκτεταμένες για ευρωπαϊκά θέματα εφ’όλης της ύλης. Ο εισηγητής της πλειοψηφίας Ιωσήφ Μιχελογιάννης εξήγησε στο σώμα ότι: «Στην αρχή η Ελληνική Κυβέρνηση δεν συμφωνούσε με την Ενιαία Πράξη, γιατί είχαμε ένα περιορισμένο κείμενο που δεν κάλυπτε τα συμφέροντα των χωρών με τη μικρότερη ανάπτυξη μέσα στην ΕΟΚ. Μετά όμως τη σύγκλιση της διακυβερνητικής διάσκεψης και τον αγώνα της Ελληνικής Κυβέρνησης , έχουμε μια σειρά προτάσεων που έγιναν αποδεκτές και πέρασαν στο κείμενο της Ενιαίας Πράξης»
Λίγους μήνες αργότερα σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών (29-30.6.87) ο Ανδρέας Παπανδρέου τόνιζε: «Αντιμετωπίζουμε μια δημιουργική πολιτική πρόκληση-την πρόκληση της οικοδόμησης της Ευρώπης του 2000, τη πρόκληση του μετασχηματισμού των κοινωνιών και οικονομιών μας, ώστε να απορροφήσουν αλλά και να αξιοποιήσουν δημιουργικά τις νέες τεχνολογίες και επιστημονικές δυνατότητες με σκοπό τη μεγιστοποίηση της ευημερίας και αναβάθμιση της ποιότητας ζωής για όλα τα τμήματα του πληθυσμού», ενώ στην Κοπεγχάγη (4-5.12.87), αναφορικά με την αναμόρφωση της ΚΑΠ, συναινούσε λέγοντας:«Η Ελλάδα παρακολουθεί τις σημαντικές ανακατατάξεις που σημειώνονται στα πρότυπα γεωργικής παραγωγής και κατανάλωσης, τόσο στον ευρωπαϊκό, όσο και στον ευρύτερο διεθνή χώρο και αναγνωρίζει την αναγκαιότητα αναμόρφωσης και προσαρμογής της κοινής αγροτικής πολιτικής (ΚΑΠ) στις νέες συνθήκες που έχουν ήδη διαμορφωθεί. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει η αναμόρφωση να οδηγήσει στην επανεθνικοποίηση της πολιτικής ή στην υπονόμευση του οικογενειακού προτύπου γεωργίας στον κοινοτικό χώρο».
Κατά τη διάρκεια της δεύτερης κυβερνητικής θητείας οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην Κοινότητα προσλαμβάνουν όλο και περισσότερο συναινετικά χαρακτηριστικά. Ιδιαίτερα από το 1988 και μετά η Ελλάδα έγινε ο πιο ενθουσιώδης οπαδός του ομοσπονδιακού μοντέλου και της ενίσχυσης της υπερεθνικότητας των ευρωπαϊκών θεσμών.
4. ΒΑΣΙΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΣΤΑΣΗΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΟΚ
Τα βασικότερα και πειστικότερα επιχειρήματα που χρησιμοποίησε το ΠΑΣΟΚ για να δικαιολογήσει στους ψηφοφόρους του την αλλαγή της στάσης του ήταν:
1/ Ότι το κόστος της αποχώρησης από την ΕΟΚ θα ήταν πολύ μεγαλύτερο από την παραμονή στις δομές της. Αυτό ήταν ένα λογικό επιχείρημα που έπειθε και τον πλέον κακόπιστο. Ταυτόχρονα εμφάνιζε ένα κόμμα που θυσίαζε μια βασική του θέση χάριν του εθνικού συμφέροντος. Όσον αφορά το δημοψήφισμα «για να αποφασίσει ο λαός» το ΠΑΣΟΚ παρέπεμπε την απόφαση και την ευθύνη διεξαγωγής του στις «προνομίες του Προέδρου της Δημοκρατίας», ουσιαστικά, δηλαδή, στις Ελληνικές καλένδες.
2/ Ότι δεν άλλαξε το ΠΑΣΟΚ αλλά η ΕΟΚ. Στον πρώτο ήδη χρόνο της διακυβέρνησης, ο πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, μετά την Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες (Ιούνιος 1982), σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε δήλωνε «ενθουσιασμένος» από το κλίμα ενότητας που συνάντησε και «δεν το είχε ξαναδεί». Όπως ανέφερε «ενώ υπήρξαν διαφωνίες για τη διατύπωση ορισμένων θέσεων-ενδιαφέρουσες διαφωνίες-βασικά υπήρξε σύμπτωση πολιτικής γραμμής σε τρία τουλάχιστον διαφορετικά θέματα. Το πρώτο αφορά τις σχέσεις Δυτικής Ευρώπης-ΗΠΑ-Σοβιετικής Ένωσης…Το δεύτερο το θέμα του Λιβάνου, του Παλαιστινιακού, του Μεσανατολικού….. Τρίτο, υπήρξε μια διακήρυξη όσον αφορά την κοινή οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσουμε. Πιστεύω ότι είναι πολύ ισορροπημένη τοποθέτηση».
Είναι φανερό ότι ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι διατεθειμένος να μιλήσει περισσότερο για «στροφή» της Κοινότητας και εγκατάλειψη παλιότερων θέσεων, παρά για τη στροφή του ΠΑΣΟΚ. Όπως τόνισε στη συνέχεια «φεύγω πραγματικά αυτή τη φορά ευχαριστημένος όσο ποτέ. Πιστέψτε ότι εγώ πάντα αισθανόμουν ότι η Ευρώπη δεν θα κατόρθωνε να αποκτήσει προσωπικότητα, να αποκτήσει ανάστημα, για να μπορέσει να παίξει ρόλο. Νομίζω ότι η Διάσκεψη με οδηγεί σε αναθεώρηση αυτής της άποψης. Αν κρατήσουμε αυτά που είπαμε, θα πρόκειται για ιστορική αλλαγή».
3/. Η «στροφή» ως αποτέλεσμα των επιτυχών διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με την ΕΟΚ, της απήχησης των θέσεών της, της μεταφοράς πόρων, και της ενίσχυσης του διεθνούς ρόλου της Ελλάδας. Στις Ευρωεκλογές του 1984, σε προεκλογικό φυλλάδιο, με τίτλο «30 Μήνες στην ΕΟΚ», το ΠΑΣΟΚ ενημέρωνε τον ελληνικό λαό για τα επιτεύγματά του: «η θέση του ΠΑΣΟΚ για μια αυτόνομη Ευρώπη ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις κερδίζει συνεχώς έδαφος. Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ διεξάγει έναν αγώνα αποφασιστικό. Σήμερα υπάρχει Ελληνική φωνή στην Ευρώπη…» επίσης, «συμφωνήθηκε σειρά μέτρων για τη προστασία της βιομηχανίας, όπως και για τη μεταφορά πόρων από τα Ταμεία της ΕΟΚ στην Ελληνική Οικονομία, πρόσθετη χρηματοδότηση για μεγάλα αναπτυξιακά έργα» και ακόμη, «διατήρηση των τιμών για τον Έλληνα παραγωγό, πάνω από το επίπεδο του πληθωρισμού, σε αντίθεση με τον γενικό κανόνα της μείωσης του αγροτικού εισοδήματος, που επικράτησε τα τελευταία χρόνια στην Κοινή Αγορά». Άρα, με τέτοιες επιτυχίες μας συμφέρει να μείνουμε στη Κοινότητα!
5. Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΕΟΚ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ή ΤΟ ΑΡΜΕΓΜΑ ΤΗΣ ΑΓΕΛΑΔΑΣ
Η πιο κοινή και κυνική έκφραση για την εικόνα που έχει γενικώς η Ελλάδα για την ΕΟΚ είναι εκείνη που αναφέρεται στο «άρμεγμα της Αγελάδας». Η εικόνα αυτή προφανώς ισχύει και για το ΠΑΣΟΚ που διαχειρίστηκε τα πρώτα χρόνια της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ. Είναι γεγονός, ότι πριν αναλάβει τη κυβέρνηση, εμπνεόμενο από τις θεωρίες της εξάρτησης, η ΕΟΚ στον πολιτικό του λόγο απεικονιζόταν περισσότερο ως πολιτική απειλή (μπαμπούλας) και εμπόδιο για την «εθνική ανεξαρτησία» και την «αυτοδύναμη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη», παρά ως κοινότητα συμφερόντων από την οποία θα μπορούσε η Ελλάδα να αντλήσει οικονομικά οφέλη. Η πολιτική διάσταση της ΕΟΚ-ως αρνητική παράμετρος- παρέμεινε ισχυρή στον πολιτικό λόγο του ΠΑΣΟΚ κατά τα πρώτα χρόνια της κυβέρνησης, παρά την αλλαγή στάσης.
Η εικόνα, δηλαδή, της ΕΟΚ στον πολιτικό λόγο του ΠΑΣΟΚ εξυπηρετούσε σε μεγάλο βαθμό και τον εσωτερικό ανταγωνισμό των κομμάτων. Γι αυτό συχνά οι αλλαγές στη γραμμή του κόμματος δεν είχαν καμιά αντανάκλαση στην ανατομία του ζητήματος της ΕΟΚ και στη ρητορική των στελεχών. Αυτό φαίνεται από το γεγονός, ότι αρκετά χρόνια μετά τη στροφή (για μερικούς μέχρι σήμερα) διατηρήθηκε στο ΠΑΣΟΚ ο εσωστρεφής, αντιδυτικός, πολιτικός λόγος, ενώ μειώθηκαν και οι αναφορές στην Κοινότητα, είτε με θετικό είτε με αρνητικό τρόπο. Το ζήτημα, ωστόσο, «ΕΟΚ», μετά τη συναίνεση του 1987, έπαψε να αποτελεί casus belli στην αντιπαράθεση του ΠΑΣΟΚ, με τη Ν. Δημοκρατία.
Το ΠΑΣΟΚ ανακάλυψε, σχετικά νωρίς, ότι η ΕΟΚ μπορούσε να είναι το μέσον για την απομάκρυνση της χώρας από την αμερικανική επιρροή, την ενίσχυση της δημοκρατίας και της λαϊκής κυριαρχίας, αλλά και την ανάδειξη της Κοινότητας σε γεφυροποιό δύναμη ανάμεσα τον «αναπτυγμένο Βορρά και τον καθυστερημένο Νότο». Μέχρι το τέλος της δεύτερης κυβερνητικής θητείας η εικόνα της Κοινότητας είχε γίνει πολύ πιο ελκυστική στα μάτια των στελεχών και των οπαδών του ΠΑΣΟΚ.
6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
I. Επαλήθευση θεωρίας Taggart & Szczerbiac
Οι οβιδιακές μεταμορφώσεις της πολιτικής γραμμής του ΠΑΣΟΚ απέναντι στην ΕΟΚ επαλήθευσαν τη θεωρία των Taggart & Szczerbiak, ότι το ζήτημα της ΕΟΚ χρησιμοποιείται από τα κόμματα της αντιπολίτευσης ως εκλογική στρατηγική για να κινητοποιούν και να συσπειρώνουν ψηφοφόρους και όχι από τα κόμματα που κυβερνούν. Στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, μέσα από τον πολιτικό του λόγο, διαπιστώσαμε μια σταθερή μετατόπιση από την πλήρη απόρριψη της ΕΟΚ κατά την ίδρυσή του, προς ηπιότερους τόνους πλησιάζοντας την εξουσία και πλήρη ενσωμάτωση στο ευρωπαϊκό σύστημα μέχρι το τέλος της δεύτερης κυβερνητικής θητείας. Το ίδιο συνέβη και με άλλα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, όπως το Εργατικό Κόμμα της Βρετανίας και το Σοσιαλιστικό της Γαλλίας. Η θεωρία επαληθεύεται και στο εξής: Η ιδεολογία ενός κόμματος δεν είναι απαραίτητα αποκαλυπτική για τη θέση του απέναντι στην Κοινότητα.
II. Επαλήθευση Θεωρίας Moravcsic
Το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση εγκατέλειψε την αρνητική ρητορική και συμμετείχε ενεργά στα όργανα και τις διαδικασίες της ΕΟΚ, με προτάσεις και πρωτοβουλίες, οι οποίες ενίσχυσαν τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη και στο διεθνή χώρο. Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι το ΠΑΣΟΚ πρωταγωνίστησε στη διαμόρφωση μιάς περιφερειακής πολιτικής που δίνει προτεραιότητα στην οικονομική και κοινωνική συνοχή της Κοινότητας. Η έγκριση των ΜΟΠ ήταν το αποτέλεσμα των μεγάλων πιέσεων που άσκησε το ΠΑΣΟΚ, αλλά και της στρατηγικής που ακολούθησε απέναντι στην ΕΟΚ για τη μείωση των διαπεριφερειακών ανισοτήτων. Επαληθεύτηκε έτσι και η θεωρία του Moravcsik, ότι στις διαπραγματεύσεις της ΕΟΚ τα αποτελέσματα καθορίζονται μεν από την ισχύ και τα συμφέροντα των κρατών μελών, αλλά επίσης και το ότι μικρές χώρες (όπως η Ελλάδα) μπορούν να έχουν μεγάλα αποτελέσματα, όταν δρουν με ορθολογικό τρόπο.
ΙΙΙ. Επαλήθευση Διακυβερνητικής Θεωρίας
Ο πολιτικός λόγος και η κομματική γραμμή του ΠΑΣΟΚ επαλήθευσαν τη θεωρία για τις αναδιανεμητικές συνέπειες των διακυβερνητικών διαπραγματεύσεων και τη στρατηγική των «δύο επιπέδων» στην αντιμετώπιση των εσωτερικών πιέσεων (Moravcsic και Putnam).
IV. Επαλήθευση της Θεωρίας Downs
Επαληθεύτηκε η θεωρία του πολιτικά προσδιοριζόμενου και σύμφωνα με τις εκλογικές ανάγκες οικονομικού κύκλου (A. Downs), η οποία βρήκε την έκφρασή της στην οικονομική πολιτική και τον πολιτικό λόγο του ΠΑΣΟΚ κατά τη δεύτερη κυβερνητική θητεία και ιδιαίτερα κατά την προεκλογική περίοδο του 1989, με σοβαρό κόστος για την ομαλή προσαρμογή της Ελλάδας στις απαιτήσεις του προγράμματος για την ολοκλήρωση της Εσωτερικής Αγοράς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Καζάκος, Π. 2001, «Ανάμεσα σε Κράτος και Αγορά», Αθήνα
- Κέντρο Μεσογειακών Μελετών, εκδόσεις Αλέτρι 1981, «Μετάβαση στο Σοσιαλισμό», Διεθνές Επιστημονικό Σεμινάριο, 30/6-3/7/80, Αθήνα
- Διακήρυξη Κυβερνητικής Πολιτικής «Συμβόλαιο με τον Λαό», 1981, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Ιωακειμίδης, Π. 1988, «Ο Μετασχηματισμός της ΕΟΚ-Από την «Εντολή» στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη», εκδ. Παπαζήση
- Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησης, Πρακτικά Βουλής 22.11.1981
- Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, 26.11.1981, Ομιλία Α. Παπανδρέου, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Περράκης Στ., – Γρηγορίου Π., 1994, «Η Ελλάδα στις Διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης» Το Μνημόνιο, 19 Μαρτίου 1982
- Σπινέλλι, Α. 1984, «Σχέδιο Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Πρακτικά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 14.2.1984
- Συνέδριο ΠΑΣΟΚ 1984, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Πάγκαλος, Θ. 1985, Ομιλία στη Διακυβερνητική Διάσκεψη, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Δαμανάκη, Μ., 1985, Διεύρυνση Κοινότητας με Ισπανία και Πορτογαλία, Συζήτηση στη Βουλή, Πρακτικά 4.11.1985
- Μνημόνιο 1986, για την Ενίσχυση της Οικονομικής και Κοινωνικής Συνοχής
- Πάγκαλος, Θ., 1987, Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, Πρακτικά Βουλής, 14.1.1987
- Παπανδρέου, Γ., «1974-1990, Στην Τροχιά της Ιστορίας», εκδ. Παπαζήση
- «Πρόγραμμα της Τρίτης Τετραετίας», 1989, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Λυριντζής, Χ., 1990, «Λαϊκισμός: Η Έννοια και οι Πρακτικές» στο «Εκλογές και Κόμματα στη Δεκαετία του ‘80», εκδ. Θεμέλιο
- Δεμερτζής, Ν., 1990, «Η Ελληνική Πολιτική Κουλτούρα στη Δεκαετία του ‘80», στο «Εκλογές και Κόμματα στη Δεκαετία του ‘80»
- Τσουκαλάς, Κ., 1982, «Το Γενικότερο Νόημα των Εκλογών και οι Προοπτικές τους» στην «Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης», τεύχος 2
- Ανδρουλάκης, Μ. 1992, «ΜΕΤΑ», εκδ. Λιβάνη
- Verney, S., 1996, “The Greek Socialists” in “Political Parties and the European Union”, edited by John Gaffney, Routledge London & New York
- ΠΑΣΟΚ, Ανακοίνωση Ε.Γ. 1.3.1996
- Παπανδρέου, Α., Ομιλία στο Ηράκλειο Κρήτης, 17.17.1979, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Παπανδρέου, Α., Ομιλία στην Αλεξανδρούπολη, 16.5.1981, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Verney, S., 1990, “From the “Special Relationship” to Europeanism: PASOK and the European Community, 1981-89” in the “Greece, 1981-89:The Populist Decade”
- Verney, S., 1989, «Τα Πολιτικά Κόμματα και η Ένταξη στην ΕΟΚ., 1974-1979: Ένα ξένο μάτι» στο «Σύγχρονα Θέματα», τεύχος 38, Μάϊος 1989
- Βουλή, 1981, Πρακτικά συζήτησης για τις Προγραμματικές Δηλώσεις της Κυβέρνησης, 22.11.1981
- ΠΑΣΟΚ, 1983, 10η Σύνοδος Κ.Ε., Ομιλία Ανδρέα Παπανδρέου
- ΠΑΣΟΚ, 1983, «Τα 2 Πρώτα Χρόνια της Αλλαγής», κομματικό φυλλάδιο
- Featherstone, Kevin., 1994, “Political Parties”
- Βαληνάκης, 2003, «Εισαγωγή στην Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, 1949-1988», εκδ. Παρατηρητής
- Χαραλαμπόπουλος, Ι., 1983, Πρόγραμμα Ελληνικής Προεδρίας, ομιλία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Φονταινεμπλώ, 1984, Ομιλία Ανδρέα Παπανδρέου, εκδ. ΠΑΣΟΚ
- Moravcsic Andrew, 1993, “Preferences and Power in the European Community: A Liberal Intergovernmentalist Approach” in Journal of Common Market Studies, Vol. 31, No. 4, Dec.1993
- Putnam, R., 1998, “Diplomacy and Domestic Politics:the Logic of Two.level Games”
- Καζάκος, Π., 1994, “Greece and the EC:historical review” in “Greece and EC: Membership Evaluated”, Pinter, London 1994
- Σημίτης, Κ., 1985, Ομιλία «Το Πρόγραμμα της Οικονομικής Σταθεροποίησης» στο «Η Πολιτική της Οικονομικής Σταθεροποίησης», εκδόσεις «Γνώση»
- Caramanis, V.C., 1999, Paper “Political Culture, Socialist Neo-Revisionism and the State in Change: Implications for Accounting Professionalism”
- Μιχελογιάννης, Σ., Πρακτικά Βουλής 14.1.1987-Συζήτηση για ΕΕΠ
- Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Βρυξελλών, 29-30.6.1987, Ομιλία Α.Παπανδρέου
- Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κοπεγχάγης, 4-5.12.87, Ομιλία Α. Παπανδρέου
- Παπανδρέου, Α., 30.6.1982, Συνέντευξη Τύπου, Βρυξέλλες
- ΠΑΣΟΚ, 1984, Προεκλογικό Φυλλάδιο «30 Μήνες στην ΕΟΚ»
- Szczerbiak, A. & Paul Taggart, 2000, “Opposing Europe: Party Systems and Opposition to the Union, the Euro and Europeanization, SEI Working Paper No.36
- Mouzelis, N., & G. Pagoulatos, 2002, “Civil Society & Citizenship in Postwar Greece”
Word count (the main text): 7988
May 30, 2005