Πιλοτική λειτουργία

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΠΜΣ: «Ευρωπαϊκές και Διεθνείς Σπουδές»

ΜΑΘΗΜΑ:ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΚΩΣΤΑΣ ΥΦΑΝΤΗΣ

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

ΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ

Άννα Καραμάνου

Ιούνιος 2005

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

  • ΕΙΣΑΓΩΓΗ
  • «Αρρενωπότητα» και «Θηλυκότητα»
  • Τα ΣΤΟΙΧΕΙΑ ή Ποιός Κυβερνάει τον Πλανήτη;
  • ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΑΜΥΝΑ και ΑΝΔΡΙΚΟΣ ΗΓΕΜΟΝΙΣΜΟΣ
  • Ο Άνθρωπος/Άνδρας, η Θεωρία των δύο Σφαιρών και τα Αίτια του Πολέμου
  • ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ, ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΝΤΕΤΕΡΜΙ- ΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΡΡΕΝΩΠΟΤΗΤΑ
  • Η ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
  • ΟΙ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ
  • ΣΧΟΛΕΣ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ
  • ΦΕΜΙΝΙΣΤΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΡΕΑΛΙΣΤΩΝ
  • ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
  • ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ ΣΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Άννα Καραμάνου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου φαίνεται πως μεταβάλει σιγά-σιγά τη φύση των διεθνών σχέσεων. Από την προσήλωση στην άμυνα, τους εξοπλισμούς και τη διπλωματία περάσαμε στην αναζήτηση διαφορετικών τομέων άσκησης εξωτερικής πολιτικής, με ιδιαίτερη έμφαση στα ανθρώπινα δικαιώματα, την υγεία, την εκπαίδευση, την εξάλειψη της φτώχειας, το σύστημα δικαίου, το περιβάλλον, το εμπόριο, τις πληθυσμιακές αναλογίες, τη καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και της τρομοκρατίας. Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας τα θέματα φύλου έχουν αποκτήσει ιδιαίτερο βάρος σε πολλές επιστήμες, για πρώτη φορά και στη θεωρία των διεθνών σχέσεων. Το σημείο εκκίνησης αποτελούν οι συνεχιζόμενες ανισότητες και οι διακρίσεις με βάση το φύλο.

Ιστορικά, οι γυναίκες είναι απούσες από τις επίσημες διεθνείς πρωτοβουλίες και τις αποφάσεις περί πολέμου ή ειρήνης. Ακόμη και μετά την αναγνώριση των δικαιωμάτων τους και την είσοδό τους στη πολιτική, οι γυναίκες απουσιάζουν από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και υποεκπροσωπούνται στους διεθνείς οργανισμούς. Ο αριθμός των γυναικών που συμμετέχουν στο διπλωματικό σώμα είναι μικρός και συνήθως αφορά σε θέσεις χαμηλής ευθύνης. Το φύλο είναι μία σημαντική μεταβλητή, η οποία δυστυχώς παραβλέπεται στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής. Οι γυναίκες δεν αντιπροσωπεύονται στις υψηλότερες θέσεις παρά το γεγονός ότι έχει διαπιστωθεί πως προσεγγίζουν τις διεθνείς σχέσεις με τρόπο που συνήθως οδηγεί σε καλύτερη συνεργασία και σε συμβιβαστικές λύσεις. Οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, το ΝΑΤΟ, τα υπουργεία άμυνας, η αρμόδια Γενική Διεύθυνση Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, είναι εμφανώς γένους αρσενικού.

Ο αποκλεισμός των γυναικών από τους θεσμούς εξωτερικής πολιτικής και τις διαπραγματεύσεις ακολουθεί τις τάσεις αποκλεισμού, που συναντούμε σε όλα τα κέντρα λήψης αποφάσεων σε παγκόσμια κλίμακα και οφείλεται κατά κύριο λόγο στο πατριαρχικό σύστημα, στα παραδοσιακά στερεότυπα, στις κοινωνικές προκαταλήψεις και τις πρακτικές διάκρισης που ακολουθούνται εις βάρος των γυναικών από τους κατέχοντες την εξουσία. Σύμφωνα και με το αρχαιοελληνικό δόγμα «άνδρες η πόλις εστίν»…

Οι γυναίκες συνολικά ως φύλο, μέσα από την ιστορική διαδρομή της ανθρωπότητας, δεν συνδέονται με πολεμικές πράξεις βίας. Έχοντας ζήσει επί αιώνες στην ιδιωτική σφαίρα έχουν αναπτύξει φιλειρηνικές ιδιότητες, των οποίων η μεταφορά στην εξωτερική πολιτική και στις διεθνείς σχέσεις θα μπορούσε να μεταβάλει την κουλτούρα της αντιπαράθεσης και της βίας σε κουλτούρα ειρήνης και συνεννόησης (Καραμάνου, 2003).

Στη σύντομη ανάλυση που ακολουθεί θα προσπαθήσω να υποστηρίξω την εξής υπόθεση εργασίας: Η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου στη διεθνή πολιτική και η ισόρροπη κατανομή της πολιτικής εξουσίας μεταξύ των φύλων, μπορεί να οδηγήσει στην ειρηνική συνύπαρξη των ανθρώπων (Καντιανή ειρήνη), στην παγκόσμια ευημερία και τη διευθέτηση των κρίσεων μέσα από διάλογο και διαπραγματεύσεις.

«Αρρενωπότητα» και «Θηλυκότητα»

Το φύλο δεν αφορά τις βιολογικές διαφορές, αλλά την ερμηνεία των συμπεριφορών ανδρών και γυναικών, που συνδέονται με τον πολιτισμό και τη κουλτούρα (αρρενωπότητα και θηλυκότητα-masculinity & feminimity, Connel, 1995).Η παραδοσιακή διεθνής πολιτική με την έμφαση που δίνει στην ασφάλεια, τη κυριαρχία, τον πόλεμο και την επιβίωση είναι ο πιο ανδροκρατούμενος τομέας. Η εξέταση του φύλου αναδεικνύει την επίδραση της «ηγεμονικής αρρενωπότητας» στον σκληρό πυρήνα των διεθνών σχέσεων, καθώς και στο θεωρητικό πλαίσιο (Goldstein, 2001).

Πολλές φεμινιστικές προσεγγίσεις υποστηρίζουν, ότι το φύλο παίζει σημαντικό ρόλο στη κατανόηση της διεθνούς πολιτικής και ιδιαίτερα του πολέμου. Οι θεωρίες αυτές στοχεύουν στην αλλαγή, στη θεωρία και στη πράξη, της «αρρενωπότητας», στους τομείς που λειτουργεί ως ιδεολογία δικαιώνοντας την αρσενική κυριαρχία (ibid). Το βασικό ερώτημα είναι, γιατί το φύλο είναι τόσο αφανές στις Διεθνείς Σχέσεις, αφού, όπως υποστηρίζουν οι φεμινιστές/ριες είναι κεντρικό ζήτημα για την κατανόηση των διενέξεων; Πρόκειται για κρίση της «αρρενωπότητας», υποστηρίζει η Peterson (1997), ενώ η Maud Eduards (2003), δηλώνει ότι «ο πόλεμος είναι μια ιστορία που μιλάει για άνδρες, βία και επιθετική αρρενωπότητα». Στο ίδιο περίπου μήκος κύματος κινείται και ένας άλλος διάσημος διανοούμενος ο Francis Fukuyama. Mε το άρθρο του «Women and the Evolution of World Politics», (1998), προκάλεσε θύελλα σχολίων και αντιπαρατιθεμένων απόψεων, γιατί γράφει, ότι, «ο κόσμος, όπως τον γνωρίζουμε, δημιουργήθηκε από τους άνδρες» και υποστηρίζει ότι, «αν κυβερνούσαν οι γυναίκες, ο κόσμος θα ήταν λιγότερο βίαιος και περισσότερο συμφιλιωτικός και συνεργάσιμος από αυτόν που γνωρίζουμε σήμερα»

Τα ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ή Ποιός Κυβερνάει τον Πλανήτη;

ΑΝΔΡΕΣ:

  • Το 95% των αρχηγών κρατών
  • Το 96% των υπουργών
  • Το 94% των ανωτάτων κυβερνητικών και διακυβερνητικών θέσεων

ΓΥΝΑΙΚΕΣ:

  • Το 50% του πληθυσμού
  • Εκτελούν το 1/3 της αμειβόμενης εργασίας και τα 2/3 της μη αμειβόμενης
  • Λαμβάνουν μόνο το 10% του παγκόσμιου εισοδήματος
  • Κατέχουν το 2% της παγκόσμιας περιουσίας
  • Αποτελούν το 60% των αναλφαβήτων
  • το 80% των προσφύγων
  • Έχουν υψηλότερο προσδόκιμο ζωής
  • Χαμηλά ποσοστά εγκληματικότητας και επιθετικότητας (Michel, 2005)

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Η ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΚΑΙ Η ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΧΟΥΝ ΦΥΛΟ!

ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΑΜΥΝΑ & ΑΝΔΡΙΚΟΣ ΗΓΕΜΟΝΙΣΜΟΣ

Οι θεσμοί ασφάλειας και άμυνας κατέχουν κεντρικό ρόλο στον τομέα των διεθνών σχέσεων. Ιστορικά αυτοί οι θεσμοί συμπεριλαμβάνουν σχεδόν αποκλειστικά άνδρες οι οποίοι παράγουν νόρμες και πρακτικές που συνδέονται με την «αρρενωπότητα» και τον «ηγεμονικό ανδρισμό», ενώ ταυτόχρονα καθορίζουν την ατζέντα και την πολιτική αυτών των θεσμών. Η ηγεμονική εξουσία έχει πολλές πλευρές-στρατιωτική, πολιτική και οικονομική. Ο στρατός βέβαια είναι το πιο σημαντικό πεδίο για τον εντοπισμό του ηγεμονικού ανδρισμού. Σύμφωνα με την πατριαρχική μας κουλτούρα η τιμή ενός άνδρα σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την ικανότητά του να χρησιμοποιεί βία, εξ ου και η λέξη «ανδρεία» είναι συνυφασμένη με τη παλικαριά, τη γενναιότητα στο πόλεμο και τη χρήση βίας (Καραμάνου, 2005). Οι κορυφές της άμυνας και των στρατιωτικών θεσμών παρέχουν ένα αρκετά πειστικό δείγμα «ηγεμονικής ανδροπρέπειας», που ελάχιστα έχει αμφισβητηθεί από τις φεμινίστριες ή από διαφωνούντες άνδρες (Connell, 1995).

Είναι γεγονός, πως όταν συγκεκριμένες συμπεριφορές και πρακτικές έχουν καθιερωθεί, είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν αντικείμενο κριτικής, γιατί η καθιέρωση εμφανίζει μερικές πρακτικές ως «φυσιολογικές», πέρα από κάθε αμφισβήτηση. Στην ιστορία των περισσοτέρων στρατιωτικών θεσμών, η ανδροκρατία θεωρείται απολύτως φυσιολογική. Όπως υποστηρίζει ο Connell (1995), «η ηγεμονία μπορεί να θεμελιωθεί μόνον εφόσον υπάρχει συνάφεια μεταξύ κουλτούρας και θεσμικής εξουσίας». Σε άρθρο του με τίτλο «η κατασκευή της ασφάλειας στις Διεθνείς Σχέσεις» ο Νίκος Τζιφάκης, γράφει, ότι, «η παραδοσιακή προσέγγιση της ασφάλειας αναπαράγει πατριαρχικές σχέσεις ισχύος και νομιμοποιεί τη δημιουργία στρατιωτικών οργανισμών στους οποίους, όχι μόνο είναι περιορισμένοι οι αποδεκτοί ρόλοι που οι γυναίκες μπορούν να διαδραματίσουν, αλλά και επικρατούν ανδρικά πρότυπα συμπεριφοράς που εκθέτουν τις γυναίκες στον κίνδυνο κακομεταχείρισης ή βιασμού».

Η Maud Eduards στη μελέτη της για την πολιτική οργάνωση των γυναικών στη Σουηδία, υποστηρίζει ότι αποτελεί «απαγορευμένη πράξη» να χαρακτηρίσεις τους άνδρες ως μια πολιτική κατηγορία, να μετασχηματίσεις τους άνδρες «από ένα καθολικό τίποτα σε ένα συγκεκριμένο κάτι». Δείχνοντας ότι η «αρρενωπότητα» έχει γίνει καθεστώς, «είναι σαν να υποστηρίζεις ότι οι άνδρες είναι όντα με φύλο και να ταυτίζεις τους θεσμούς που ιστορικά κατέχονται από άνδρες με την ανδρική ηγεμονία. Το να μελετήσεις όμως κάτι που δεν έχει όνομα αποτελεί μια μεθοδολογική πρόκληση με πολύ μεγάλες δυσκολίες». Ασφαλώς χρειάζεται έρευνα των επισήμων εγγράφων, τα οποία κατά πάσα πιθανότητα δεν θα περιέχουν τίποτα σχετικό. Για παράδειγμα, σε έρευνα που έγινε για την στρατολόγηση στη Σουηδία δεν βρέθηκε τίποτα στο αρχείο που να δικαιολογεί γιατί οι προσδοκίες για την άμυνα και την ασφάλεια της χώρας απευθύνονται μόνο στους άνδρες (Kronsell, 2003).

Στην Ελλάδα αυτή τη περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαμάχη που αφορά στη πρόσληψη από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας 6.500 επαγγελματιών οπλιτών, από τους οποίους αποκλείονται οι γυναίκες. Είναι φανερό, ότι οι παραδοσιακοί θεσμοί ασφάλειας και άμυνας δεν συγκινούνται από την αναγνώριση της ισότητας των φύλων, ούτε καν από τις επιταγές του Συντάγματος, τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.

Ωστόσο, οι γυναίκες, όπως και οι θεωρητικοί, θα συνεχίσουν να θέτουν σε αμφισβήτηση τα θεωρούμενα ως αυτονόητα. Οι φεμινιστικές μέθοδοι αμφισβητούν «πιστεύω» και «πρακτικές αποδεκτές και παγιωμένες», καθώς και το θεωρούμενο ως «φυσικό» (Cynthia Enloe, 2004).

Ο Άνθρωπος/Άνδρας, η Θεωρία των δύο Σφαιρών και τα Αίτια του Πολέμου

Ο διαχωρισμός των φύλων αναπαράγεται μέσα από δύο κυρίως μηχανισμούς. Ο ένας είναι η ταύτιση του ανθρώπου με τον άνδρα (στη γαλλική γλώσσα άνθρωπος και άνδρας είναι η ίδια λέξη (homme), ενώ στην ελληνική γραμματική συχνά το αρσενικό συμπεριλαμβάνει και το θηλυκό! Ο δεύτερος μηχανισμός αφορά στη τοποθέτηση των ανδρών και των γυναικών σε δύο διαφορετικές σφαίρες δραστηριοτήτων. Στην αρχαία Ελλάδα ο άνδρας ταυτίζεται με την ισχύ και την ελευθερία. Ο Αριστοτέλης έκανε τη διάκριση μεταξύ ελεύθερων ανδρών πολιτών και του υπόλοιπου πληθυσμού – γυναικών, παιδιών και δούλων. Η ζωή του άνδρα ήταν ταυτισμένη με τον πόλεμο εναντίον άλλων ανδρών, ή με την διανόηση. Τιμή και δόξα σε κείνον που είναι «γενναίος, ικανός και επιτυχημένος σε πόλεμο ή ειρήνη». Αρετές για τον άνδρα ήταν το θάρρος, η ανδρεία, η ηγετική ικανότητα και η ευφυΐα. Οι μόνες αρετές που αναγνωρίζονταν στις γυναίκες ήταν η ομορφιά και μοναδικός προορισμός η τεκνοποιία. Ο δημόσιος χώρος ανήκε στους άνδρες (άνδρες η πόλις εστίν) και ο ιδιωτικός στις γυναίκες.

Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι όλες οι σχέσεις είναι αποτέλεσμα διαπραγμάτευσης και ισορροπίας δύναμης και το θεωρούσε απολύτως φυσικό. Είναι γνωστό πως ο ανταγωνισμός και η άμιλλα αποτελούσε κεντρικό στοιχείο της ζωής των Ελλήνων. Όπως παρατηρεί ο Slater «τίποτα δεν είχε νόημα για τους Έλληνες, αν δεν συμπεριλάμβανε την ήττα κάποιου άλλου». Ανταγωνίζονταν για οτιδήποτε μπορούσε να προκαλέσει μια μάχη – από την ομορφιά, το τραγούδι, την φυσική δύναμη, τη ποίηση και το ποτό μέχρι την ικανότητα της αγρυπνίας. Αυτή η επιθυμία για ανταγωνισμό, για φήμη και δόξα επεκτεινόταν και στις σχέσεις μεταξύ των πόλεων-κρατών και φυσικά οι πόλεμοι που ξέσπασαν τους κατέστρεψαν. (French, 1985). Όπως είναι γνωστό, ο Θουκιδίδης – ο πατέρας του ρεαλισμού – έχει αποτυπώσει με πληρότητα, τόσο το σύστημα των αξιών, όσο και το στρατηγικό δόγμα των Αρχαίων Ελλήνων.

Ο πόλεμος ως εκτόνωση της ανδρικής επιθετικότητας και ως «τεστ ανδρισμού» έχει γίνει αντικείμενο ιδιαίτερης μελέτης. Αρκεί να διαβάσει κανείς την αλληλογραφία του συγγραφέα Dos Passos για να πειστεί. Όταν πολεμούσε στη Γαλλία, τα γράμματά του πάλλονταν από παθιασμένη βία. Ομολογεί στο φίλο του Arthur McCοmb, ότι, ποτέ δεν ήταν τόσο ευτυχισμένος, όσο μέσα στη φωτιά της μάχης:«Αισθάνομαι συνέχεια την ανάγκη της μέθης ενός μεγάλου βομβαρδισμού….εκεί νιώθω ζωντανός, όσο ποτέ άλλοτε». Με άλλα λόγια εκεί νιώθω πραγματικός άνδρας… (Peter G. Filene στο «ΧΥ Η Ανδρική Ταυτότητα», Batinder, 1992)

Όπως λέει ο Pierre Bourdieu για να επαινέσεις έναν άνδρα αρκεί να του πεις πως είναι «άνδρας». Ο άνδρας είναι λοιπόν ένα είδος κατασκευής και σαν τέτοιο διατρέχει πάντα τον κίνδυνο να παρουσιάσει ελαττώματα:κακοτεχνίες της παραγωγής, ελλείψεις στον ανδρικό εξοπλισμό, να βγει δηλαδή λειψός άνδρας (ibid).

ΚΟΝΣΤΡΟΥΚΤΙΒΙΣΜΟΣ, ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΝΤΕΤΕΡΜΙΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΡΡΕΝΩΠΟΤΗΤΑ

Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: είναι η αρρενωπότητα ένα βιολογικό δεδομένο ή ένα ιδεολογικοκοινωνικό κατασκεύασμα; Το ερώτημα φέρνει αντιμέτωπους τους οπαδούς του βιολογικού ντετερμινισμού με τους κονστρουκτιβιστές, αλλά και δύο σύγχρονες φεμινιστικές τάσεις, εκείνη που υποστηρίζει τον απόλυτο δυϊσμό και την άλλη που βλέπει ομοιότητες και ασαφή όρια μεταξύ των φύλων. Η πρώτη άποψη γνώρισε μια ιδιαίτερη άνθηση με την κοινωνιοβιολογία που ίδρυσε ο E.O. Wilson το 1975. Οι κοινωνιοβιολογικές θεωρίες υποστηρίζουν, ότι η κληρονομική ανδρική επιθετικότητα παρέχει τις βιολογικές βάσεις της αρσενικής κυριαρχίας, της ιεραρχίας, του ανταγωνισμού και του πολέμου (Batinder).

Οι φεμινίστριες οπαδοί της διαφορετικότητας ενθαρρύνουν τη γυναικεία αλληλεγγύη και προωθούν τη ματερναλιστική γυναικοκεντρική ιδεολογία που δικαιώνει την ηθική υπεροχή των γυναικών. Αν, δηλαδή, οι γυναίκες είναι από τη φύση τους «μητρικές», γλυκές, κατευναστικές, φιλειρηνικές, συμπεραίνεται αυτομάτως ότι αποτελούν το φωτεινό μέλλον της ανθρωπότητας. Αυτή η θεωρία υιοθετήθηκε και αναπτύχθηκε από τους οπαδούς του οικολογικού φεμινισμού. Αντίθετοι/ες προς κάθε τι που απειλεί τη ζωή, προβάλλουν ως υπέρμαχοι της προστασίας του περιβάλλοντος και της ζωής. Με βάση τη θεωρία του βιολογικού ντετερμινισμού, η κοινωνιοβιολογία και ο φεμινισμός της διαφορετικότητας των φύλων καταλήγουν σε παρόμοια συμπεράσματα: το ένα φύλο ευνοείται πάντα σε βάρος του άλλου. Αιχμάλωτοι ενός προκαθορισμένου σχήματος άνδρες και γυναίκες είναι καταδικασμένοι να παίζουν για πάντα τους ίδιους ρόλους και να συνεχίζουν τον ίδιο πόλεμο.

Ο κονστρουκτιβισμός αρνείται την άποψη ότι το φύλο είναι κάτι ενιαίο, αμετάβλητο και βασισμένο στην βιολογία και ανοίγει το δρόμο για την ιδέα της πολλαπλότητας των προτύπων. Αν, δηλαδή, η αρρενωπότητα μαθαίνεται και κατασκευάζεται, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μπορεί και να αλλάξει. Αυτό που οικοδομήθηκε μπορεί να κατεδαφιστεί και να οικοδομηθεί ξανά από την αρχή. Οι δύο θέσεις, βιολογικός ντετερμινισμός και κονστρουκτιβισμός είναι διαμετρικά αντίθετες. Ωστόσο, η ποικιλία των συμπεριφορών διαψεύδει την υπεροχή του βιολογικού παράγοντα και η πολυμορφία των προτύπων δεν μπορεί να εμποδίσει τα κοινά χαρακτηριστικά των φύλων.

Η θεωρία της φεμινιστικής άποψης «feminist standpoint» υποστηρίζει, ότι η ιστορικά κατώτερη θέση των γυναικών μέσα σε ένα ιεραρχικά δομημένο ανδροκεντρικό σύστημα δημιουργεί συνθήκες για τις γυναίκες, ώστε να βλέπουν τη λειτουργία του ως φυσιολογική. Είναι γεγονός ότι οι σχέσεις εξουσίας δημιουργούν τις συνθήκες της γνώσης. Ωστόσο, η ίδια θεωρία υποστηρίζει ότι η γνώση παράγεται και μέσα από τον αγώνα του καταπιεσμένου και του στερημένου, μέσα, δηλαδή, από την εμπειρία της καταπίεσης. Είναι πάντως φανερό, ότι η περιθωριακή θέση των γυναικών στην παγκόσμια πολιτική και την οικονομία οφείλεται και στο γεγονός ότι κατέχουν ρόλους οι οποίοι, είτε δεν είναι φανερά συνδεδεμένοι με τη δυναμική των διεθνών σχέσεων, όπως παραδοσιακά έχουν προσδιορισθεί, είτε υποτιμώνται συστηματικά, όπως, για παράδειγμα, συμβαίνει με την οικιακή εργασία. Η Enloe, ωστόσο, υποστηρίζει ότι η εμπειρία των γυναικών εμπεριέχει νέες προοπτικές για τις διεθνείς σχέσεις. Το ερώτημα όμως είναι, που, πως και πότε θα αξιολογηθεί και θα αξιοποιηθεί η ιστορική εμπειρία και η γυναικεία προσέγγιση των πραγμάτων.

Μελετώντας τις αλληλοεπικαλύψεις του κονστρουκτιβισμού και του φεμινισμού στις Διεθνείς Σχέσεις βρίσκουμε κοινό τόπο στην έρευνα που επικεντρώνεται στις νόρμες, τους κανόνες, τις ταυτότητες και τους θεσμούς. Ωστόσο, παρά τα κοινά σημεία εκκίνησης οι φεμινιστές και οι κονστρουκτιβιστές ακολουθούν διαφορετικά μονοπάτια. Οι φεμινιστές ερευνούν κυρίως τον τρόπο που το φύλο, η φυλή, η τάξη και άλλες ταυτότητες λειτουργούν ως κώδικες για διακρίσεις υπέρ ή κατά. Η έμφαση, δηλαδή, τοποθετείται λιγότερο στη ταυτότητα και περισσότερο στους μηχανισμούς διακρίσεων και εξουσίας. Οι κονστρουκτιβιστές δεν δείχνουν ευαισθησία στο θέμα της εξουσίας ως φυλετικής και κοινωνικής κατασκευής και δεν διαθέτουν τα θεωρητικά εργαλεία να εξηγήσουν πως αναπαράγονται οι σχέσεις φύλου και εξουσίας (Locher & Prügl, 2001).

Η ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Η φεμινιστική ανάλυση στοχεύει στην αλλαγή και στο μετασχηματισμό των αντιλήψεων για την παγκόσμια πολιτική. Ουσιαστικά πρόκειται για την κατανόηση της ισχύος: ποιός την κατέχει, σε ποιά βάση, πως λειτουργεί και με ποιά αποτελέσματα. Υποστηρίζει ότι η πολιτική και η οικονομία αφορούν τους ανθρώπους, ότι η εξουσία δεν είναι κάτι αόριστο, αλλά κάτι που θα πρέπει να κατανοηθεί στη βάση των ιστορικά διαμορφωμένων κοινωνικών σχέσεων, σε τόπο και χρόνο. Οι φεμινιστές/ριες ήταν οι πρώτες που διακήρυξαν ότι η πολιτική αφορά και την δημόσια και την ιδιωτική σφαίρα. Οι φεμινιστικές πολιτικές με την έμφαση στο ιδιωτικό ήταν οι πολιτικές του «εδώ και τώρα», που διαπραγματεύτηκαν άμεσες αλλαγές στη θεωρία και στη πράξη. Η φεμινιστική κοινωνική ανάλυση έχει συμβάλει στην αλλαγή των αντιλήψεων και της ίδιας της φύσης της πολιτικής. Τελευταία επιχειρεί να μετασχηματίσει τις αντιλήψεις για την παγκόσμια πολιτική, υποστηρίζοντας ότι οι αναλύσεις για τις διεθνείς σχέσεις θα πρέπει να λάβουν υπόψη τις πατριαρχικές δομές ως κυρίαρχους δυναμικούς παράγοντες. Η κατανόηση της πατριαρχίας και πως επιδρά στις παγκόσμιες ανισότητες είναι μια από τις μεγαλύτερες σύγχρονες προκλήσεις (Youngs, 1999).

Η φεμινιστική ανάλυση στρέφει τη προσοχή στη παραδοσιακή έννοια του «ανδρισμού» ως αποφασιστικού παράγοντα διαμόρφωσης των προτιμήσεων της εξωτερικής πολιτικής. Οι φεμινιστές εξετάζουν τις πιέσεις και τις κοινωνικές προσδοκίες που δημιουργούν το πρότυπο του «πραγματικού άνδρα» και την επίδραση που έχει στη δομή της σκέψης και της συμπεριφοράς. Κάθε αξιωματούχος γνωρίζει πόσο επικίνδυνο είναι για οποιοδήποτε δημόσιο πρόσωπο να δίνει την εικόνα του «μαλθακού» ή ακόμη χειρότερα του «θηλυκού» (Enloe, 2000). H μιλιταριστική και «αρρενωπή» κουλτούρα ασκεί πολύ μεγάλη πίεση στους πολιτικούς να δείχνουν σκληροί και επιθετικοί, ιδιαίτερα σε θέματα ασφάλειας και άμυνας. Αυτός ο πολιτικός ανταγωνισμός και η πίεση για «δυναμισμό» έχει ως αποτέλεσμα τον ασφυκτικό περιορισμό των δυνατοτήτων, για παράδειγμα, της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής να διαδραματίσει ένα πιο χρήσιμο ρόλο στη δημιουργία μιας πραγματικά ασφαλούς διεθνούς κοινότητας (ibid).

Ο πρόεδρος Μπους, με τον τρόπο που διαχειρίζεται την εξωτερική πολιτική είναι ένας «πραγματικός άνδρας», amansman. Ο ίδιος δεν πιστεύει στις συμμαχίες, στη διπλωματία και άλλες ήπιες μορφές εξουσίας (Deelstra, 2004). Η Ann Tickner υποστηρίζει, ότι ο πόλεμος στο Ιράκ είναι το αποτέλεσμα μιας καθαρά «ανδρικής» προσέγγισης. Η έμφαση σε μια ισχυρή στρατιωτική απάντηση απέκλεισε κάθε άλλη επιλογή. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας – το καλό εναντίον του κακού- αντανακλά ακριβώς αυτή τη προβληματική διχοτομική σκέψη, που αποκλείει άλλες ενδιάμεσες λύσεις.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατά την τελευταία πενταετία, έχει πάρει θέση απέναντι στις ανισορροπίες και τα κενά του διεθνούς πολιτικού συστήματος με δύο βασικές επί του θέματος εισηγήσεις: ΄Έκθεση Theorin, (2000), σχετικά με το ρόλο των γυναικών στην ασφάλεια και την ειρηνική επίλυση των συγκρούσεων και έκθεση Καραμάνου, (2001), για την ισόρροπη συμμετοχή γυναικών και ανδρών στις διαδικασίες λήψης των αποφάσεων. Οι δύο αυτές εκθέσεις, που υπερψηφίστηκαν από την ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, υποστηρίζουν ότι ο αποκλεισμός των γυναικών από τις πολιτικές αποφάσεις, συνιστά σοβαρή αναπηρία για τη δημοκρατία, φτώχεια και στέρηση των χωρών από τη μη αξιοποίηση της φαντασίας, των ικανοτήτων, των ιδεών και του συστήματος αξιών των γυναικών, που δίνει προτεραιότητα στη προστασία της ζωής, στην ειρήνη και όχι στον πόλεμο, ….στη κατοχύρωση του διαλόγου σε όλα τα επίπεδα, στη συνεργασία των λαών, την επίλυση των διαφορών με ειρηνικά μέσα και στη διαμόρφωση εξωτερικής πολιτικής που θα απορρίπτει και θα αποκλείει τη βία και τον πόλεμο ως μέσα επίλυσης των διαφορών και θα προωθεί μια δίκαιη κατανομή των πόρων του πλανήτη και των αγαθών της επιστήμης και της τεχνολογίας….. Το όραμα ενός κόσμου που ξαναβρίσκει την ενότητά του και την ισορροπία του, μέσα από τη σύζευξη των αξιών, των ιδεών, των οραμάτων, των επιδιώξεων, των ικανοτήτων και των προτεραιοτήτων και των δύο φύλων του γένους των ανθρώπων.

ΟΙ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Η φεμινιστική θεωρία των διεθνών σχέσεων είναι η έκφραση ενός ευρύτερου πλαισίου φεμινιστικής σκέψης και προσεγγίσεων που ξεκίνησε στα τέλη της 10ετίας 1980 . Οι φεμινιστές επιχείρησαν να αμφισβητήσουν τα όρια και τους θεωρητικούς φραγμούς της παράδοσης των Διεθνών Σχέσεων, επισημαίνοντας πως μια θεωρία που βασίζεται στη λειτουργία των κρατών, σε ένα οιονεί άναρχο και κρατικοκεντρικό σύστημα, αφήνει ελάχιστα περιθώρια για τη φεμινιστική θεωρία (Tickner, 1997). Οι φεμινίστριες έδωσαν τη μάχη για τη κατάργηση των διαχωριστικών γραμμών μεταξύ εθνικού/διεθνούς και δημόσιου/ιδιωτικού και άνοιξαν τον διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών. Η κωδικοποίηση των δικαιωμάτων των γυναικών σε διεθνείς συμβάσεις, όπως η CEDAW αναπόφευκτα έθεσε υπό αμφισβήτηση τα όρια και τους περιορισμούς της διεθνούς πολιτικής (Steans, 2003).

H Peterson και η Runyan τονίζουν, ότι οι φεμινιστικές θεωρίες για τις διεθνείς σχέσεις δεν αφορούν αποκλειστικά στις γυναίκες, ούτε προέρχονται μόνο από τις γυναίκες. Η φεμινιστική κριτική, όπως ερμηνεύτηκε από μη-φεμινιστές θεωρητικούς των διεθνών σχέσεων, φαίνεται σαν να προέρχεται από ένα διαφορετικό κόσμο, όπου οι «εμπειρίες των γυναικών» αποτελούν σημαντικό πλεονέκτημα που θα μπορούσε να εμπλουτίσει τη γνώση του κόσμου. Η φεμινιστική θεωρία, πολύ συνοπτικά , έχει την εξής συνεισφορά:

  • Αποκαλύπτει τον ανδροκεντρικό χαρακτήρα της παραδοσιακής θεωρίας των διεθνών σχέσεων, ιδιαίτερα του ρεαλισμού
  • Αναπτύσσει το θεωρητικό πλαίσιο του φύλου
  • Υποχρεώνει τους ακαδημαϊκούς να αναγνωρίσουν τις διακρίσεις λόγω φύλου, παρά τις αιτιάσεις τους περί αντικειμενικότητας
  • Παρέχει εμπειρικό υλικό που δείχνει τη σημασία της διάστασης του φύλου στη διεθνή πολιτική
  • Θέτει ερωτήματα για την περιθωριοποίηση των γυναικών και τη διάκριση δημόσιου/ιδιωτικού
  • Προωθεί εναλλακτικά πρότυπα απέναντι στη πατριαρχία
  • Επιδιώκει να ανατρέψει την ιστορικά άνιση κατανομή της ισχύος μεταξύ των δύο φύλων και να μετασχηματίσει τις δομές και τις σχέσεις εξουσίας
  • Θεωρεί ότι ο κόσμος θα ήταν λιγότερο ανταγωνιστικός και βίαιος, αν οι γυναίκες και οι άνδρες μοιράζονταν την πολιτική εξουσία
  • Προωθεί το πρότυπο «Λυσσιστράτη» – γυναίκες εναντίον του πολέμου.

ΣΧΟΛΕΣ ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ

Φιλελεύθερη: Ίσα δικαιώματα, ίσες υποχρεώσεις: Επιχειρηματολογεί ότι οι γυναίκες διαθέτουν ακριβώς τις ίδιες ικανότητες με τους άνδρες και ότι η ανδροκρατία στους στρατιωτικούς θεσμούς αποτελεί διάκριση κατά των γυναικών (σεξισμός). Ο φιλελεύθερος φεμινισμός αντιμετωπίζει τις ανισότητες από τη σκοπιά της κλασσικής φιλελεύθερης έμφασης στα ατομικά δικαιώματα. Οι γυναίκες έχουν το δικαίωμα της συμμετοχής σε όλους τους κοινωνικούς και πολιτικούς ρόλους (συμπεριλαμβανομένου του πολέμου), χωρίς καμία διάκριση λόγω φύλου. Ο αποκλεισμός των γυναικών από τις διεθνείς σχέσεις και από τις θέσεις ευθύνης είναι άδικος. Οι φιλελεύθεροι/ες δεν πιστεύουν ότι η συμμετοχή των γυναικών θα άλλαζε τα βασικά χαρακτηριστικά του διεθνούς συστήματος, ούτε την εξωτερική πολιτική των χωρών, ούτε ότι θα καταργούσε τον πόλεμο. Οι φιλελεύθεροι επίσης απορρίπτουν την ιδέα, ότι οι γυναίκες είναι πιο φιλειρηνικές από τους άνδρες (Goldstein).

Η κριτική για τον φιλελεύθερο φεμινισμό αφορά κυρίως το ότι ζητά από τις γυναίκες να παραιτηθούν από πολλά στοιχεία της ταυτότητας του φύλου τους υπέρ της ανδρικής ταυτότητας, χωρίς να απαιτούν μια παρόμοια κίνηση από τους άνδρες. Με το να ενσωματωθούν στις υπάρχουσες δομές εξουσίας, συμπεριλαμβανομένων των ενόπλων δυνάμεων και της πολεμικής μηχανής, οι γυναίκες απλά στηρίζουν έναν ανδροκρατούμενο κόσμο, αντί να τον αλλάξουν. Οι αντίπαλοι, ωστόσο, της φιλελεύθερης θεωρίας δεν δίνουν απαντήσεις πως μπορεί να αλλάξει το σύστημα, αν οι γυναίκες παραμείνουν στο περιθώριο του συστήματος και μακράν των κέντρων λήψης αποφάσεων.

Μαρξιστική: Ο καπιταλισμός προκάλεσε τον διαχωρισμό δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας. Η εξέταση της γυναικείας απασχόλησης οδήγησε τους μαρξιστές στο συμπέρασμα, ότι η οικιακή εργασία δεν είναι και τόσο σημαντική, γι αυτό υποτιμάται από το καπιταλιστικό σύστημα. Η εξιδανίκευση της οικογένειας απέκρυψε τις πραγματικές σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στην ιδιωτική και τη δημόσια σφαίρα και μετέτρεψε τις γυναίκες και τα παιδιά σε ιδιοκτησία των ανδρών (Steans and Pettiford, 2003).

Σοσιαλιστική/Σοσιαλδημοκρατική: Ο καπιταλισμός και η πατριαρχία ευθύνονται για τη καταπίεση των γυναικών.Συνδυάζει τη Μαρξιστική ανάλυση με την ανάλυση της πατριαρχίας και πιστεύει, ότι μια «κρίσιμη» μάζα γυναικών στους θεσμούς εξουσίας μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου.

Ριζοσπαστική:Αλλαγές στους θεσμούς. Ασκεί κριτική προς τη φιλελεύθερη σχολή, και την κατηγορεί ότι επιζητεί ισότητα μέσα στην ανδροκρατία

Κριτική:Έχοντας ως βάση τις ριζοσπαστικές ιδέες, δίνει έμφαση στην πατριαρχική φύση των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών.

Μεταμοντέρνα:απορρίπτει τον φιλελευθερισμό-σχέσεις φύλων έκφραση των σχέσεων εξουσίας. Απορρίπτει επίσης τη μεταφορά της Δυτικής εμπειρίας στις άλλες χώρες.

ΦΕΜΙΝΙΣΤΕΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΡΕΑΛΙΣΤΩΝ

Οι φεμινιστικές θεωρίες στρέφονται κυρίως κατά της ρεαλιστικής σχολής την οποία θεωρούν ότι λειτουργεί εις βάρος των γυναικών, αφού ο ορισμός της ισχύος συσχετίζεται άμεσα με το αρσενικό φύλο και αγνοεί τις γυναίκες. Υποστηρίζουν, ότι οι ρεαλιστές δεν λαμβάνουν υπόψη τον παράγοντα «άνθρωπο», αλλά τα κράτη ως πρωταγωνιστές των διεθνών σχέσεων. Η αντίληψη των γυναικών για την ισχύ είναι τελείως διαφορετική από την επικρατούσα άποψη των ρεαλιστών. Η ισχύς για τις γυναίκες σημαίνει ενέργεια, ικανότητα και δυναμική. Η ισχύς δεν εξασφαλίζεται μόνο με τη βία αλλά και με τη συναίνεση Η φεμινιστική θεωρία αμφισβητεί την ισχύουσα τάξη πραγμάτων και θέτει ερωτήματα, όπως: «γιατί αυτός ο κόσμος και όχι κάποιος άλλος», αντί απλώς να περιγράφει «πως λειτουργεί αυτός ο κόσμος» (Tickner, 1997).

Οι φεμινιστικές θεωρίες επομένως καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα που εκτείνεται από τον θετικισμό μέχρι τον μεταθετικισμό και αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο η συμβατική θεωρία των Διεθνών Σχέσεων έχει αγνοήσει το ρόλο των γυναικών. Ο ROBERT KEOHANE υποστηρίζει ότι «η φεμινιστική θεωρία ασκεί κριτική στις θεωρίες που δημιουργήθηκαν από τους άνδρες για να θέσουν τους εαυτούς τους στο κέντρο της πολιτικής …..Οι φεμινιστές/ριες εξετάζουν κριτικά τις διεθνείς σχέσεις και από τη σκοπιά εκείνων που συστηματικά έχουν αποκλεισθεί από θέσεις εξουσίας». Ο Keohane ερεύνησε τα κοινά σημεία διεθνών σχέσεων και φεμινιστικής προσέγγισης και υποστηρίζει ότι:

  • Η επανεξέταση της έννοιας της ισχύος μπορεί να βοηθήσει στον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της εθνικής κυριαρχίας.
  • Η φεμινιστική θεωρία μπορεί να ενισχύσει τη βούληση των κρατών να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της αλληλεξάρτησης, αντί να ανταγωνίζονται για το ποιός θα ελέγξει τον άλλο.

Οι Peterson and Runian τονίζουν ότι: «Οι συμβατικοί φακοί των διεθνών σχέσεων μας δείχνουν την κορυφή του παγόβουνου. Οι φεμινιστικοί φακοί μας οδηγούν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, για να δούμε τις βαθιές ανισότητες που διαμορφώνουν τις διεθνείς ιεραρχίες, οι οποίες ξεσπούν σε διεθνείς συγκρούσεις όταν έρχονται στην επιφάνεια». Η Cynthia Enloe υποστηρίζει, ότι η αρρενωπότητα και η θηλυκότητα παίζουν αποφασιστικό ρόλο στη στρατικοποίηση και αποστρατικοποίηση της κοινωνίας και αναρωτιέται: «Ποιες είναι οι σχέσεις φύλου πάνω στις οποίες στηρίχτηκε ο Ψυχρός Πόλεμος επί 45 χρόνια;». Οι φεμινίστριες υποστηρίζουν, ότι ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν το δημιούργημα της «Ρεαλιστικής» ανορθολογικότητας. Επειδή η ειρήνη δεν αποτελούσε προτεραιότητα ως θέμα εθνικής ασφάλειας, το περιεχόμενο των διεθνών σχέσεων στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ήταν η προετοιμασία του πολέμου(Coates).

Χωρίς αμφιβολία ομετασχηματισμός της κυριαρχίας και των σχέσεων ισχύος, υπό την επιρροή της παγκοσμιοποίησης, ανοίγει σήμερα πολιτικό χώρο και για τη φεμινιστική προσέγγιση στις διεθνείς σχέσεις. Εφόσον το κυρίαρχο κράτος δεν θεωρείται πλέον ο αποκλειστικός εκπρόσωπος του πληθυσμού στη διεθνή σκηνή, οι γυναίκες μπορούν να αποκτήσουν περισσότερη αντιπροσώπευση στο διεθνές δίκαιο και επίσης να συνεισφέρουν στη δημιουργία του δικαίου αυτού.

Στην ίδια περίπου γραμμή κινείται και η θεωρία της δημοκρατικής ειρήνης, η οποία υποστηρίζει, ότι μειώνεται αισθητά η πιθανότητα ένοπλης σύγκρουσης μεταξύ δημοκρατικών κρατών (Regan & Paraskeviciute, 2001). Ωστόσο, ο βαθμός δημοκρατίας κρίνεται και από το κατά πόσον αναγνωρίζεται η ισότητα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ανάμεσα στα δύο φύλα.

Από τις σύγχρονες δημοκρατίες, οι σκανδιναβικές χώρες ξεχωρίζουν , για την αναγνώριση του ρόλου των γυναικών, την ίση κατανομή της πολιτικής εξουσίας μεταξύ των φύλων, το ισχυρό κοινωνικό κράτος, αλλά και για τον φιλειρηνικό ρόλο που διαδραματίζουν στις διεθνείς σχέσεις και τις πρωτοβουλίες για την ειρήνη. Επομένως, μήπως η δίκαιη κατανομή και η ισορροπία ισχύος μεταξύ των φύλων, οδηγεί τόσο στην ανάπτυξη και την ευημερία, όσο και στη μείωση του ανταγωνισμού και της βίας στη διεθνή πολιτική; Βεβαίως, μιλώντας για τις σκανδιναβικές χώρες δεν μπορεί κανείς να μη τονίσει το ρόλο που διαδραμάτισε η σοσιαλδημοκρατία στην οικοδόμηση του κράτους δικαίου και ισότητας.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

1. Σύμφωνα με την ανάλυση που προηγήθηκε και το παράδειγμα των σκανδιναβικών χωρών, κατά πάσα πιθανότητα επαληθεύεται η υπόθεση εργασίας, ότι, δηλαδή, μια ισόρροπη συμμετοχή των φύλων στις διεθνείς διαπραγματεύσεις και τη λήψη πολιτικών αποφάσεων, μπορεί να οδηγήσει στην απόρριψη του πολέμου και της βίας ως μέσων επίλυσης των διαφορών και σε μια νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων που θα δίνει προτεραιότητα:

  • Στην ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας και των υπερεθνικών θεσμών, με σκοπό μια δημοκρατική παγκόσμια διακυβέρνηση.
  • Στη προστασία της ζωής, το διάλογο, τη συμφιλίωση, τη διαπραγμάτευση, τη δίκαιη κατανομή των πόρων του Πλανήτη, τη κατανόηση των διαφορετικών απόψεων, τον σεβασμό των όποιων διαφορών- φυλετικών, θρησκευτικών, πολιτικών- και τη διευθέτηση των κρίσεων με ειρηνικά μέσα.

2. Η κυριαρχία της «αρρενωπότητας» και η ταύτισή της με τη στρατηγική της ισχύος, υπό τις σημερινές συνθήκες παγκοσμιοποίησης και αλληλεξάρτησης, συνιστούν ένα εκρηκτικό μίγμα για τη διεθνή πολιτική, με κόστος για την ειρήνη και την ευημερία.

3. Χρειάζονται βαθιές αλλαγές στον προσανατολισμό των διεθνών σχέσεων (και στη διδασκαλία) και εναλλακτικές, μη στρατιωτικές λύσεις ασφάλειας

4. Στρατηγική για τον εμπλουτισμό των παραδοσιακών θεωριών των διεθνών σχέσεων με την ενσωμάτωση του φύλου, των εμπειριών και της οπτικής των γυναικών, ιδιαίτερα στα θέματα ασφάλειας και άμυνας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Goldstein, S.J., 2001, “War and Gender:How Gender Shapes the War System & Vice Versa”, Cambridge University Press
  • Connel, R., 1995, “Masculinities”, Cambridge, Polity Press
  • Enloe, C., 2000, ”Masculinity as Foreign Policy issue”, in “Foreign Policy – In Focus”, Vol.5, No 36, October 2000
  • Τζιφάκης, Ν., 2004, «Η Κατασκευή της Ασφάλειας στις Διεθνείς Σχέσεις», στο «Αγορά χωρίς Σύνορα», τόμος 10, τεύχος 2, Σεπτ., Οκτ., Νοέμ. 2004
  • French, M., 1985, “Beyond Power”,” Chicago Tribune Book World
  • Καραμάνου, Ά., 2003, άρθρο, «Αν Κυβερνούσαν τον Κόσμο οι Γυναίκες», εφημ. «ΤΑ ΝΕΑ», σελ. 12, 12.08.2003
  • Eduards, Maud, 2003, “With Women’s Bodies as a Battlefield”, Conference, “Gender and Power in the New Europe, the 5th European Feminist Research”, August 20-24, 2003, Lund University, Sweden
  • Michel, R., 2005, “Introduction to International Relations”, winter term 2005, University of Oregon
  • Καραμάνου, Ά., 2005, άρθρο, «Πολιτικό Θέμα η Βία κατά των Γυναικών», εφημ. «ΘΕΜΑ», 03.04.2005, σελ. 28.
  • Batinder, E., 1992, «XY- Η Ανδρική Ταυτότητα», εκδ. κάτοπτρο
  • Kronsell, A., 2005, “Gendered Practices in Institutions of Hegemonic Masculinity”. Reflections from Feminist Standpoint Theory”, International Feminist Journal of Politics, 7:2 June 2005, 280-298
  • Tickner Ann J., 2003, “The Growth and Future of Feminist Theories in International Relations”, An interview with Sarah Buchwalter, Jesse Finklestein and Luise Sherman, Providence, RI, 8.10.2003
  • Tickner, Ann J., 2004, “Feminist Responses to International Security Studies” in “Peace Review”, March 2004, 49-48
  • Tickner Ann J., 2005, “What is your Research Program? Some Feminist Answers to I.R. Methodological Questions”, in “International Studies Quarterly”, (2005) 49, 1-21
  • Locher Birgit & Elizabeth Prugl, “Feminism and Constructivism:Worlds Apart or Sharing the Middle Ground?”, International Studies Quarterly (2001) 45, 111-129
  • Youngs, G., 1999, “International Relations in a Global Age”, Cambridge: Polity Press
  • Peterson V.S., 1997, “Whose Crisis:Early and Post-Modern Masculinism” in “Innovation and Transformation in I.R.” by Stephen Gill & James H. Mittelman
  • Theorin, M.B., 2000, “Gender Aspects of the Prevention and Resolution of Armed Conflicts”, Report, European Parliament, 2000/2025(INI)A5-0308/2000, 30.11.2000, OJC228,13.08.2001, p.186
  • Καραμάνου, Α., 2001, “Women in Decision-Making. Implementation of Council Reg. 96/694”, Report, European Parliament, (2000/2117COS)A5-0373/2000, 18 Jan. 2001,OJC262, 18.09.2001, p. 248
  • Steans, J., 2003, “Engaging from the Margins: Feminist Encounters with the «Mainstream» of International Relations”, British Journal of Politics, Vol.5, No 3, August 2003, pp. 428-454
  • Deelstra, J., 2004, “Gender Expectation is a Powerful Force in Politics”, Daily Trojan-Opinions, Issue:10.05.04
  • Tickner, Ann J.,1997, “You Just Don’t Understand: Troubled Engagements Between Feminists and IR Theorists”, in International Studies Quarterly (1997), 41, 611-632
  • Ceohane Robert O., 1998, “Beyond Dichotomy: Conversations Between International Relations and Feminist Theory”, International Studies Quarterly (1998) 42, 193-198
  • Fukuyama Francis, 1998, “Women and the Evolution of World Politics”, Foreign Affairs, 77 No 5, 24-40 S/O ‘98
  • Coates, Susan C., 1995, “Peace Feminism in International Relations”, www.du.edu./-suscoate/
  • Regan M.R. & Aida Paskeviciute, 2001, “Feminism, Social Constructions and the Democratic Peace: Women’s Access to Politics and Peaceful States”, Binghamton University, State University of New York

Άννα Καραμάνου,

04.07.2005

This site is registered on wpml.org as a development site. Switch to a production site key to remove this banner.