Κουρδικό: η αχίλλειος πτέρνα της Τουρκίας
Στο ΒΗΜΑ της Κυριακής, 13 Απριλίου 2025
Η προφυλάκιση του Εκρέμ Ιμάμογλου, αρχικά με την κατηγορία ότι συνεργάζεται με την τρομοκρατική οργάνωση PKK, η συζήτηση για την αποφυλάκιση του Οτσαλάν, με αντάλλαγμα τον τερματισμό του ένοπλου αγώνα, καθώς και τα περί διεκδίκησης τρίτης θητείας από Ερντογάν, έχουν φέρει ξανά στο προσκήνιο το «Κουρδικό Ζήτημα». Προφανώς, το κυβερνητικό κόμμα AKP χρειάζεται τις ψήφους των 57 βουλευτών του φιλοκουρδικού DEM, για αναθεώρηση του Συντάγματος ή προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Στην κατανόηση του «Κουρδικού» βοηθάει πολύ μία γρήγορη ματιά στην ιστορία του: Μέχρι και τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, οι κουρδικές περιοχές ήταν είτε ανεξάρτητες, είτε αυτόνομες ηγεμονίες. Το αίτημα για ανεξάρτητο εθνικό κουρδικό κράτος εκφράστηκε αμέσως μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Συνθήκη Σεβρών, 1920). Αρχικά υπήρξαν σχέδια για ίδρυση εθνοτικού κράτους που θα ενσωμάτωνε όλους τους Κούρδους, αλλά δεν προχώρησαν. Έκτοτε οι κουρδικοί πληθυσμοί ζουν χωρισμένοι σε διάφορες περιοχές και αρνούνται την πολιτική αφομοίωσης της Τουρκίας.
Η κατανόηση του «Κουρδικού ζητήματος» είναι αδύνατη, αν δεν ληφθεί υπόψη η γεωγραφική περιοχή και η δυσκολία να αποτελέσει μία γεωπολιτική ολότητα. Συνολικά, περίπου 25-35 εκατομμύρια Κούρδοι κατοικούν σε περιοχές της νότιας και νοτιοανατολικής Τουρκίας, της βόρειας Συρίας, του βόρειου Ιράκ, του βορειοδυτικού Ιράν, καθώς και στις περιοχές της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν. Αυτή η γεωγραφική έκταση συνιστά ένα από τα σημαντικότερα σημεία διέλευσης της Μέσης Ανατολής και της Ευρασίας, επίκεντρο των παγκόσμιων και περιφερειακών ανταγωνισμών. Στο γεωοικονομικό υπόβαθρο του «Κουρδικού ζητήματος» βρίσκεται η ισορροπία πετρελαίου-νερού-πετρελαίου, που αναπόφευκτα διαμορφώνει η γεωπολιτική δομή της περιοχής. Σχετικά με την γεωεθνική βάση του ζητήματος χρειάζεται να ληφθεί υπόψη ότι στην περιοχή συνυπάρχουν άλλα τρία στοιχεία της Μέσης Ανατολής: τουρκικοί, αραβικοί και περσικοί πληθυσμοί. Αυτή η γεωεθνική συγκρότηση είναι ανοιχτή σε κάθε εκμετάλλευση και ο κουρδικός πληθυσμός είναι συχνά θύμα των κρίσεων και των γεωστρατηγικών παιγνίων (βλ. Αχμέτ Νταβούτογλου, Το στρατηγικό βάθος-η διεθνής θέση της Τουρκίας, εκδ. Ποιότητα, 2010, σ.654-657).
Η κουρδική κοινότητα της Τουρκίας έχει καταγράψει τη μακροβιότερη αγωνιστική δράση. Οι πρώτοι αγώνες στην περιοχή ξεκίνησαν στις δεκαετίες 1920 και 1930, ως αντίδραση στις κοσμικές επιδιώξεις των Κεμαλιστών και στον περιορισμό της θρησκείας. Το Κουρδικό ζήτημα έγινε ορατό στη δεκαετία 1960, όταν «οι άνθρωποι της Ανατολής» απαίτησαν μεγαλύτερη πολιτισμική ελευθερία, αρνούμενοι την ενσωμάτωση. Το 1978 ιδρύθηκε το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (PKK) υπό τον Abdullah Ocalan, με σκοπό τη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Ακολούθησε περίοδος μεγάλων αναταραχών. Η κυβέρνηση ευνοούσε πάντα τους μεγάλους γαιοκτήμονες, τους σεΐχηδες και τους πλουσίους αγρότες. Έρευνα του 1984 έδειξε ότι το 45% των οικογενειών της περιοχής του Diyarbakir και 47% της Urfa δεν είχαν καθόλου γη να καλλιεργήσουν. Κούρδοι και Τούρκοι ζούσαν υπό καθεστώς φεουδαρχίας, ενώ μεγάλη ανεργία έπληττε την περιοχή (Ahmad Feroz, 2003) Οι Κούρδοι αποτελούσαν το 10-12% του πληθυσμού και ζούσαν στην νοτιοανατολική και ανατολική ορεινή Τουρκία. Μιλούσαν δικές τους γλώσσες, Kurmanci, Zaza ή Gurani, που είχαν Περσικές ρίζες. Οι περισσότεροι ήταν Σουνίτες Μουσουλμάνοι και κάποιοι Αλεβίτες. Το Ισλάμ είχε δημιουργήσει ισχυρούς δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ τους.
Οι Κούρδοι περέμειναν φτωχοί και βαθιά θρησκευόμενοι, χωρίς να απολαμβάνουν τα αγαθά του εκμοντερνισμού και της δημοκρατίας. Τους απαγορεύτηκε να μιλούν τη γλώσσα τους στη δημόσια σφαίρα, στα σχολεία τους επιβλήθηκε εκπαίδευση στα Τουρκικά και είναι θύματα κακής μεταχείρισης στο στρατό και στις δημόσιες υπηρεσίες.
Από το 1984 το PKK ξεκίνησε ένοπλο αγώνα, ζητώντας αρχικά ανεξαρτησία και στη συνέχεια αυτονομία των κουρδικών περιοχών. Το Κουρδικό ζήτημα μετεξελίχθηκε σε αχίλλειο πτέρνα της Τουρκικής Δημοκρατίας, γιατί κατέρριψε τον μύθο περί αμιγούς Τουρκικού έθνους-κράτους. Η πρώτη προσπάθεια για δημιουργία κοινοβουλευτικής ομάδας και είσοδο των Κούρδων στη Βουλή έγινε τον Ιούνιο του 1990, με την ίδρυση του ανεξάρτητου Εργατικού Κόμματος του Λαού, το οποίο πίεζε για εκπαίδευση και μέσα ενημέρωσης στην κουρδική γλώσσα. Η λειτουργία του απαγορεύτηκε το 1993 από το συνταγματικό δικαστήριο. Η Λεϊλά Ζάνα είναι η πρώτη Κούρδισα που εξελέγη στο Κοινοβούλιο, το 1991, και ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων, όταν μίλησε στα κουρδικά στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Τρία χρόνια αργότερα καταδικάστηκε σε 15 χρόνια κάθειρξης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ιδιαίτερα η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ισότητας των Φύλων (FEMM), πρωτοστάτησε για την απελευθέρωσή της Ζάνα. Προσωπικά, ως ευρωβουλευτής εκείνη την περίοδο και πρόεδρος της FEMM, συμμετείχα σε αποστολή παρακολούθησης της ακροαματικής διαδικασίας της δίκης στην Άγκυρα και άσκησης πίεσης προς την κυβέρνηση (Μάρτιος 2003). Είχε προηγηθεί, το 1995, η βράβευση της Ζάνα με το Βραβείο Ζαχάρωφ, ως σύμβολο του ειρηνικού αγώνα της για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του κουρδικού λαού. Η Λεϊλά παρέλαβε το βραβείο Ζαχάρωφ, αμέσως μετά την αποφυλάκισή της, το 2004.
Ο Οτσαλάν, από τη σύλληψή του το 1999 και την καταδίκη του σε ισόβια κάθειρξη, είναι ο μοναδικός κρατούμενος στη νησίδα Ιμαρλί σε φυλακές υψίστης ασφαλείας. Η καταδίκη του σε θάνατο δεν εκτελέστηκε, γιατί καταργήθηκε η θανατική ποινή τον Αύγουστο του 2002 και αρχικά δόθηκαν κάποιες ελευθερίες στην Κουρδική κοινότητα, στο πλαίσιο εξευρωπαϊσμού και ενταξιακής πορείας της Τουρκίας. Το PKK έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική οργάνωση, και έχει αναγνωριστεί ως τέτοια από τις Η.Π.Α και την ΕΕ. Από τον φυλακισμένο Οτσαλάν έγιναν προσπάθειες διαπραγματεύσεων και εκεχειρίας, οι οποίες το 2015 κατέρρευσαν. Η Τουρκία πολλές φορές έχει παραβιάσει τα σύνορα του Ιράκ και της Συρίας εναντίον του YPG, πολιτοφυλακής που θεωρείται παρακλάδι του PKK. Η Άγκυρα επιδιώκει να διαλύσει την κουρδική YPG, η οποία ελέγχει μεγάλα τμήματα της βόρειας Συρίας. Έτσι, ενώ στο εσωτερικό ο Ερντογάν φαίνεται να επιζητά εξομάλυνση και προσεταιρισμό των ψήφων των Κούρδων, στο εξωτερικό έχει άλλη στρατηγική. Ασφαλώς, η Τουρκία, έπειτα από τόσα χρόνια αιματοχυσίας, αναμένεται να λύσει το πρόβλημα με ειρηνικά μέσα. Ωστόσο, υπό τις σημερινές συνθήκες αυταρχισμού, φίμωσης των ΜΜΕ και της ελευθερίας έκφρασης, φυλάκισης των πολιτικών αντιπάλων και πρόκλησης τυφώνα κοινωνικής οργής, δεν διαφαίνεται εύκολη επίλυση του Κουρδικού και μετάβαση από τα όπλα στον δημοκρατικό πολιτικό αγώνα.
Άννα Καραμάνου, Δρ Πολιτικής Επιστήμης (ΕΚΠΑ), συγγραφέας του βιβλίου: 100 Χρόνια Τουρκία, 1923-2023. Εθνικισμός, Φεμινισμός, Ευρωπαϊσμός & Πολιτικό Ισλάμ, Αρμός, 2023